Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα - top ten. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα - top ten. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

6/2/12

Totally Pink Floyd


εκει που νυχτωνει

εκει που o ηλιος λερωνει

εκει που ο δρομος τελειωνει

εκει που ο καημος ξεριζωνει

εκει που σιωπας και άλλο δε βριζεις

εκει που προσχεδιασμενα λυγιζεις

εκει που επιτελους γονατιζεις

εκει που απλα παραδιδεις

εκει που το βλεμμα σηκωνεις μα ουρανος δεν υπαρχει

εκει γαμω την τρελλα μου υπαρχει ένα άλλο φεγγαρι


13/11/08

Να πεταχτώ να πάρω και τσιγάρα...


Στη Lifo:  http://www.lifo.gr/lifoland/you-send-it/22873

Ξημερώματα Σαββάτου, 02:10'. Καπνίζω στο κάγκελο του μπαλκονιού σκεφτικός. Κάνει παγωνιά, αλλά το ίδιο κάνουν ταυτόχρονα με μένα και πολλοί άλλοι. Το ξέρω, τους βλέπω, τους νιώθω... Χιλιάδες οι εκπνοές μας έρχονται σα σμήνη από παντού και θρέφουν την ομίχλη. Ανάσες που ανοίγουν φτερά και ταξιδεύουν στην σκοτεινιά της ατμόσφαιρας.   

Φτερουγίζουν μακριά, με ορμή στην αρχή, πιο αργά, πιο ακαθόριστα στη συνέχεια. Ανεβοκατεβαίνουν τα "σύννεφα" διαγράφοντας σταχτιές γραμμές πορείας στον ουρανό. Σκιοβολίδες άσκαστες μέσα στην ησυχία. Παλιές πορείες χάνονται, νέες διαγράφονται ξανά και ξανά. Όνειρα, σχέδια, παράπονα, ευχές, απορίες, έρωτες, απογοητεύσεις, ελπίδες, καημοί, προσευχές, όλα χορεύουν μαζί, για τα δικά τους λίγα λεπτά. Μπερδεύονται, ξεμπερδεύονται, τρέφονται απ τη ουσία της νύχτας κι ύστερα βουτούν κι εξαφανίζονται...   

Πόσο να σ' "αλαφρώσει" όμως ο καπνός; Μια εκπνοή πόσο να βρει οξυγόνο; Σκέψεις-φανάρια και σταυροδρόμια-πειρασμοί, πότε μας φρενάρουν και πότε μας ωθούν. Μάταια όμως... Κάθε πτήση και αναγκαστική προσγείωση, κάθε βουτιά και πνιγμός, κάθε όνειρο και ξύπνημα. Ένα τσιγάρο δρόμος το ταξίδι κάθε ερωτηματικού.   

Το κάπνισμα μας λεν σκοτώνει. Κι όμως, όλοι εδώ καπνίζουμε πολύ. Μα πολλές φορές και το να σκέφτεσαι πολύ σκοτώνει. Και το να ονειρεύεσαι. Και το να ελπίζεις. Και το να παλεύεις. Και το να ταξιδεύεις. Όμως εσύ δεν τα πιστεύεις αυτά. Και συνεχίζεις να καπνίζεις. Και κάθε εκπνοή και λίγο πιο πέρα. Κι όλο πιο πέρα κι όλο εδώ. Διαδρομές γλυκόπικρες με προορισμό τ' αστέρια. Μα ποια αστέρια; Έχει συννεφιά πάλι απόψε. Ίσα που αχνοφαίνονται κάποια στο βάθος βάθος. Θα είναι σίγουρα μεγάλα. Ποιοι τυχεροί θα φτάσουν ως εκεί; Ποιοι γενναίοι θα τολμήσουν; Αυτά σκεφτόμαστε όλοι όσοι στα κάγκελα καπνίζουμε κι απόψε σκεφτικοί.Τα ξεφυσήματά μας συναντιούνται στα ύψη. Μπερδεύονται ξεμπερδεύονται. Μοναδικά όλα τους, μα και τόσο ίδια.. 

Μαζί ταξιδεύουμε και χώρια. Άλλος στο φιλί της ερωμένης του, άλλος στο βλέμμα της άρρωστης μάνας, άλλος στο φαντάρο αδερφό κι άλλος στο διαγώνισμα του παιδιού του. Άλλοι πάλι ταξιδεύουν λίγο πιο δίπλα. Στο Κάιρο, στα Τίρανα, στο Ισλαμαμπάντ και στη Μανίλα. Μ' ακόμα περισσότεροι καραβοτσακίζονται σε γκισέ τραπεζών, σε ληγμένα γραμμάτια και τετελεσμένες κατασχέσεις. Πετούν οι σκέψεις σαν τρελές μέσα το σκοτάδι. Έτσι ασυνάρτητες, πυρωμένες μα γκρίζες. Μην προσπαθείς να βγάλεις άκρη μ' όλα αυτά που γράφω. Μάταιος κόπος. Είναι τα σύννεφα βαριά ξανά απόψε. Μάλλον θα βρέξει πάλι. Οι σκέψεις πετούν χαμηλά. Πιο χαμηλά τα όνειρα. Οι ελπίδες στο τέρμα. Να, ψιχαλίζει... Ποιος θεός να 'χει συγκινηθεί; Ώρα να τα μαζεύω. Να πεταχτώ να πάρω και τσιγάρα... 

Πηγή: www.lifo.gr

15/6/08

Παρασκευουλα Παπαδοπουλου.


Ο γαμος μολις εχει τελειωσει. Η Παρασκευουλα Παπαδοπουλου, μολις εχει παντρευτει τον Αρνταν.
Τ' αδερφια της και ολο το σοι καταπικραμενο απο την ανεπαντεχη εγκυμοσυνη της και απο την ξεροκεφαλη επιμονη της για τον ερωτα του Αλβανου, φευγουν αρον αρον απο το δημαρχειο. Ο Μητσος, ο μεγαλυτερος απο τα αδερφια της και στα μαχαιρια με τον γαμπρο απο την πρωτη μερα της γνωριμιας τους, κλωτσαει το "κωλαμαξο που βρηκε ωρα να χαλασει το γ^&%$μενο" και βριζει θεους και δαιμονες. Σε λιγο διπλα του περναει με το φιατακι του ο εικοσιτριαχρονος αδερφος του γαμπρου. Ο Αλβανος του κανει νοημα κι ο Μητσος μπαινει μεσα με βαρια καρδια.
Παραλιακη.
Δεν αλλαζουν κουβεντα. Καπνιζουν κι οι δυο. Ο Μαικ βαζει το cd. Ανοιγει την ενταση.
- Δεν την κλεινεις τη μα#%κια ? Ο Μαικ δεν απανταει.
- Ρε θα το κλεισεις το γ*^%*&μενο ?
Το κλεινει. Συνεχιζουν αμιλητοι. Ανεβαζει ταχυτητα. Ο Μητσος τον κοιταει λοξα.
Πρωτη στροφη αριστερα. Δευτερη αμεσως δεξια .Και τοτε σαν απ το πουθενα βρισκονται με μια μηχανη στα δεκα μετρα μπροστα τους. Αποτομο φρεναρισμα. Οι ροδες κοκκαλωνουν.
Το φιατ αρχιζει τις στροφες σαν τρελλο γυρω απ τον εαυτο του.

Μιση ωρα αργοτερα.
Το φιατ με τις δυο πισω του ροδες κρεμμεται στο γκρεμο.
Οι δυο αντρες ακουνητοι με ολο τους το βαρος οσο πιο μπροστα μπορουν, κολλημενοι στο παρμπριζ, λουζονται στον ιδρωτα. Ενα δακρυ κυλα στο προσωπο του Μητσου. Μενει ασκουπιστο. Το χερι του εχει μεινει γραπωμενο στο μπρατσο του Αλβανου.
Ακουνητοι σαν μαρμαρωμενοι φοβουνται να ψελισουν την παραμικρη κουβεντα.
Ουτε το κεφαλι για να κοιταχτουν δε γυριζουν.
Καποια αυτοκινητα περνανε που και που απο το δρομο μπροστα τους, μα δε σταματουν ποτε.
Τα βλεπουν να προσπερνουν , μα ειναι αδυνατον να φωναξουν.
Καθε οχημα που προσπερνα και ενα εκατοστο προς το γκρεμο και το τελος.
Καθε σταγονα ιδρωτας που πεφτει απ' τα μετωπα τους, ασηκωτη σταλα πυρωμενου μεταλλου θαρρεις γερνει το αμαξι, ποτε απ τη μια και ποτε απ την αλλη.
Ενα φορτηγο που περνα, σα σεισμος ταρακουναει το υπεδαφος της υπαρξης τους.
Λιγο πριν το τελος κατι πρεπει να κανουν, μα δε μπορουν.
Ουτε καν να κοιταχτουν δεν θα προλαβουν πριν κατρακυλησουν στην αβυσσο.
Το κινητο χτυπα. Η δονηση, τους τρομοκρατει ακομα περισσοτερο.
Δεν σκεφτονται τιποτα πια. Δεν λενε τιποτα. Δεν τους χωριζει τιποτα ...
Ο ιδρωτας συνεχιζει να βαραινει και το χερι του ενος συνεχιζει να σφιγγει το μπρατσο του αλλου...

Λιγο αργοτερα ολα ειχαν τελειωσει.
Ο Αρνταν φευγοντας τελευταιος απ το δημαρχειο τους ειχε δει μαζι στο φιατ να φευγουν. Ανησυχωντας μην κατι στραβωσει μεταξυ τους κι επειτα απο τα χαμμενα τηλεφωνηματα ειχε αποφασισει να ακολουθησει τη διαδρομη τους, να τους βρει.
Και τους βρηκε!
Κατεβηκε σαν τρελλος απ το αμαξι του κι αρχισε να τρεχει προς το μερος τους. Μαιιικ, φωναξε κι απλωσε το χερι να τον πιασει. Με το αλλο προσπαθουσε να κρατησει το βαρος του φιατ προς τα πανω.
Μα το βαρος ηταν μεγαλο. Το χερι δεν αντεξε δυο ανθρωπινα φορτια να τραβηξει.
Χιλιοστο χιλιοστο οι μουσκεμενες παλαμες γλιστρουσαν βασανιστικα.
Ο Μητσος καταλαβε και με δακρυα στα ματια ξεγραπωθηκε απ το μπρατσο του Μαικ.
Αδικα ομως. Ενα "Μηηηη" προλαβε ν' ακουστει και τιποτ' αλλο.
Με μιας η ισορροπια ειχε χαθει. Το φιατ εγειρε και με το βαρος των ανθρωπινων αμαρτιων χαθηκε στα βραχια.
Τους τρεις αντρες τους μαζεψανε ωρες μετα.
Η Παρασκευουλα Παπαδοπουλου εζησε και μεγαλωσε το γιο της μοναχη. Δε του μιλησε ποτε για τιποτε αλλο, παρα μοναχα για την κακια την ωρα...
Δε επεστρεψε στους δικους της ποτε.
Ο μικρος Αντωνης δεν εμαθε την αληθινη ιστορια ποτε.

18/5/08

Ελενη

Κεντρο Αθηνας. Καποιο βραδυ .
Η κοπελα με βαθια κι αργοσυρτη φωνη, ζηταει στο περιπτερο ενα μιλκο και δυο σοκοφρετες.
-Ποσο κανουν?
-Δυο και εικοσι, της απανταει η ηλικιωμενη περιπτερου.
Παει να πληρωσει με μονολεπτα, διλεπτα και πενταλεπτα. Η περιπτερου αγανακτισμενη την αποπαιρνει.
-Τι' ναι αυτα κοριτσι μου, της λεει κοιτωντας την αγρια αλλα και μ απορια.
-Γιατι λεφτα δεν ειναι κι αυτα?, της λεει η κοπελα.
-Μα που να τα μετρησω στην ηλικια μου.
-Αμα δε μπορεις φερτα να τα μετρησω εγω, της γυριζει.
- Ασε, παρτα , δε θελω χρηματα, της λεει η περιπτερου κουνωντας το κεφαλι της πιθανως απο λυπηση για ...οτι εβλεπαν τα ματια της.
Τοτε ξαφνικα, εκεινη ξεσπαει σ' ενα παραπονο σα μικρου παιδιου και βουλιαζοντας σε λυγμους αρχιζει να παραμιλα παραξενα λογια.
- Γιατι δε θες λεφτα ρε?, τι ειμαι εγω , ε , τι ειμαι εγω? .Θελω να πληρωσω! Μ' ακους , θελω να πληρωσω, της φωναζει και σωριαζεται στο πεζοδρομιο.
Η περιπτερου ταραζεται, σαν να βουρκωσε μαλιστα και βγαινει εξω να δει τι συμβαινει και να της δωσει πισω τα χρηματα. Τα ματια της μικρης την ειχαν αναστατωσει. Το βλεμμα της. Ναι ναι .Το βλεμμα της. Αυτο την ειχε αναστατωσει. Μα ειχε καταλαβει. Η κοπελια δεν ητανε καλα. Τι λεφτα να της παρω σου λεει στην κατασταση της. Την ενοιωθε καλα η περιπτερου. Ειχε χασει το εγγονι της απ' τα ναρκωτικα περυσι τον Σεπτεμβρη στις 22 και ηξερε απο πρωτο χερι τι παει να πει δηλητηριο.
Μα σαν να μην ηταν μονο αυτο...
Κλαιγοντας κι αυτη τωρα προσπαθει να την συνεφερει. Ελα καλη μου παρτο και φυγε , παρτο σου λεω." Παρατα με μωρη!" της ουρλιαζει η μικρη." Ασε με σου λεω μαλακω. Ασε μεεεεεε! Σακηηηηηη!"
Περαστικοι μαζευονται . Καποιοι σταματουν επιτοπου και σχηματιζοντας γυρω τους εναν κυκλο, κολλανε πανω τους σαν μελιγκρα στα φυλλα των φυτων.
Αλλοι πισω τους φωναζουν. "Φωναχτε την αστυνομια" ο ενας. "Ανοιχτε ρε παιδια!" ο αλλος. "Την ξερω την κοπελα, δεν ειναι καλα", ο τριτος.
Η περιπτερου προσπαθει να δωσει εξηγησεις στους δημοσιους δικαστες. Αναγκαζεται και φωναζει κι αυτη. Μα μεσα στο χαμο που ν' ακουστει...
Η κοπελα ουρλιαζει "παρατα με , Σακη μου, το μιλκο, παρατα με σου ειπα, οχι ετσι, φερτο πισω, εσυ φταις, θελω να πληρωσω..." και αλλα τετοια. Η περιπτερου νοιωθει να της ανεβαινει η πιεση στο κεφαλι μα δεν προλαβαινει να κανει το παραμικρο. Λιποθυμα και πεφτει πανω στην κοπελα. Την ειχε μολις αναγνωρισει...
Αυτη λες και την πλακωσε κανενας λεπρος ουρλιαζει, "Ααααα, φυγε απο πανω μου σου ειπα. Βοηθεια! Σακηηηηη!" Σπρωχνοντας την, την κατεβαζει απ' το κορμι της και την σπρωχνει διπλα της.
Οι "μελιγκρες" τα 'χουν χασει εντελως. Μα οσο τα χανουν με την απροσμενη εξελιξη, τοσο αχορταγα ρουφανε απ' το ζουμι της. Καποιος ακουγεται "μα δεν υπαρχει λοιπον αστυνομια στο κεντρο της Αθηνας?"
Ξαφνου, εμφανιζονται δυο μηχανες με φαρους αναμμενους. "Καντε ολοι στην ακρη", φωναζουν. "Ειναι πρεζου, ειναι πρεζου!" τους φωναζουν καποιοι.
Ελεγχουν την ηλικιωμενη γυναικα πιανοντας τον καρπο και το λαιμο της. "Οχι αυτη η αλλη!" τους ξαναφωναζουν. "Σκαστε ρε ηλιθιοι" τους απαντουν τα οργανα, το καταλαβαμε. Κοιτιουνται μεταξυ τους. Κοιτουν αμεσως την κοπελα. Καποιος φωναζει "αυτη το εκανε, αυτη". Κι αλλοι συνηγορουν αμεσως."Αυτη αυτη!" Το οργανο αστραπιαια της περνα χειροπεδες. "Το μιλκο μου ρε μαλακα" ουρλιαζει αυτη."Το μιλκο, τα λεφτα, Σακηηηη! Θελω να πληρωσω, ακουτε ρε καθικια , να πληρωσω!..."
Το ασθενοφορο που εφτασε μετα απο λιγο διαπιστωσε το μοιραιο. Ολα ειχαν τελειωσει.
Λιγη ωρα αργοτερα δεν υπηρχε κανεις στο σημειο. Ειχαν φυγει ολοι στις δουλειες τους.
Η περιπτερου στο νεο της "σπιτι" κι η κοπελα στο δικο της γνωριμο "εξοχικο". Μονο που τωρα, θα εμενε μαλλον μονιμα εκει μεχρι να... πληρωσει!
Κανενας Σακης δεν εμφανιστηκε ποτε, ουτε κατα τη διαρκεια του συμβαντος, ουτε ποτε αργοτερα στη φυλακη.
Η Ελενη (ετσι ηταν τ΄ονομα της κοπελας) ηταν καποια εποχη φιλεναδα του εγγονου της περιπτερους. Η καημενη η περιπτερου την ειχε αναγνωρισει. Ηξερε πως κι αυτη απο παλια ειχε το προβλημα του εγγονου της και πως αυτος ηταν παντα πολυ ερωτευμενος μαζι της.
Η Ελενη εμεινε εναμιση χρονο αδικα προφυλακισμενη. Επειτα αθωωθηκε και βγηκε.
Ειχε πληρωσει...για ολα.
Οταν εμαθε ποια ηταν η περιπτερου συγκλονισμενη αποφασισε ν' αλλαξει ζωη. Μετα απο δυο χρονια ειχε αποτοξινωθει κι ειχε κανει και οικογενεια. Στο κοριτσακι της μαλιστα εδωσε το ονομα της περιπτερους. Αγαπη!

24/3/08

Ο Ζαφειρης του κυρΠαμινου.

Ο ΚυρΠαμινος ηταν πολυ ομορφος αντρας.Ψηλος με γαλανα ματια, παραστημα σπαθι. Λιγομιλητος και επιβλητικος. Μαγκας της παλιας κοπης. Ζουσε σ' ενα απο τα προσφυγικα της Δραπετσωνας. Εκανε οικογενεια μεγαλη. Φιλους δεν ειχε πολλους μα ολοι τον σεβονταν και τον εκτιμουσαν. Ο καθενας ηθελε να τα χει καλα μαζι του και να' ναι φιλος του. Μα αυτος εναν ειχε μονο κολλητο. Τον παπαγαλο του!

Ζουσε και ανεπνεε με το πουλι του ο κυρ Παμινος. Ηταν στ' αληθεια ενα πανεμορφο πουλι. Πολυχρωμο, πανεξυπνο και φιλικο. Καθε πρωι που ξυπναγε ο Παμινος ετρεχε πρωτη του δουλεια να τον καλημερισει. Να του δωσει να φαει και να πιει. Να τον καθαρισει, να τον χαιδεψει κι υστερα μονο, να βαλει να ψησει τον καφε του τον πρωινο.

Το 'χε συνηθεια ετσι πως ανακατευε το μπρικι (τον καφε του δεν αφηνε κανεναν αλλον να του τον φτιαξει) να του μιλα του παπαγαλου του για το προγραμμα της ημερας. Υστερα καθονταν μαζι στο τραπεζι και πιανανε να λενε κουβεντες αντρικες για τα "χθεσινα" και τα "τρεχοντα". Επινε μια τζουρα καφε, καθαριζε το λεπτο μουστακι του, επινε και καναδυο ρουφιξιες τσιγαρο και συνεχιζε ...< Το λοιπον ρε Ζαφειρη (ετσι τον ελεγε τον παπαγαλο του) ποσο κοροιδο πρεπει να 'ναι ο Νωντας για να τρεχει πισω απ' τα φουστανια της λεγαμενης.. Μα ειναι πραμματα αυτα? Οχι πες μου ρε Ζαφειρη, το λεω λαθος?>
Κοντοστεκοταν και περιμενε απαντηση . Εκεινος διακοπτοντας το τσιμπολογημα , σηκωνε το κεφαλι του απο το πιατο, του ριχνε ενα βλεμμα ολο νοημα, εκανε ενα ξαφνικο τιναγμα στο κορμι του και συνεχιζε το μασουλημα .
< Ιδιος εισαι ρε μπαγασα με μενα> του πεταγε τοτε ο Παμινος που τον ειχε σαν παιδι του πραγματικο και χαιδευε το μουστακι του χαμογελωντας ταυτοχρονα απο ικανοποιηση.
Λιγες φορες χαμογελουσε ο Παμινος. Ηταν βαρυς αντρας στη γειτονια.
Στο δρομο κυκλοφορουσε παντα στην τριχα, κουστουματος κι ατσαλακωτος με ενα φρεσκο λουλουδι στο πετο και τον Ζαφειρη του στον ωμο.

Τον κακο καιρο ο Ζαφειρης δεν ξεκολλουσε απ' τη θεση του. Τις λιακαδες ομως συνηθιζε να πεταει για λιγο γυρω του, να ξεμουδιαζει και να χαιρεται τον ηλιο ωσπου να επιστρεψει και παλι στη βαση του. Σα να 'παιρνε τα ντερτια και τις σκασιλες και των δυο, να τα πεταγε μακρυα και να γυριζε αλαφρωμενος. Καμμια φορα ο Παμινος του εβαζε τις φωνες να προσεχει, μ αυτους τους διαολους, τα αυτοκινητα μην τυχει και τον παρουν καμμια δοση κατω απ τις ροδες τους και ο Ζαφειρης χωρις δευτερη κουβεντα του κανε το χατηρι και επεστρεφε κοντα του. Ποτε δεν χαλαγε χατηρι ο ενας στον αλλο απο τοτε που 'σμιξαν. Τοτε που οπως λενε στη γειτονια ειχε γινει το κακο με την Κατινα.

Λενε, πως αυτη τη γυναικα την ειχε σε καψουρα μεγαλη ο Παμινος. Οταν ομως εγινε γνωστο οτι μια μερα που 'χε γινει χαλια στο πιοτο αυτος ξενοκοιμηθηκε με την Στελλα τη Σμυρνια του ταβερνιαρη του Χαραλαμπου, τοτε η Κατινα εκανε το λαθος, για να του τη σπασει, να κανει τα γλυκα ματια στον σιδερα το Στρατο. Αυτο ηταν. Το ιδιο βραδυ οι δυο μαγκες στησαν σαματα στο καφενειο κι εγινε της τρελλης. Μεχρι που ο Πεππας απ' τα Μανιατικα, ο κολλητος του Στρατου, τραβηξε σουγια, πισω απ την πλατη του Παμινου να τον χαλασει! Τη στιγμη λοιπον εκεινη σαν απο θαυμα, ο παπαγαλος του Πεππα αρχισε να κραζει Παμινο! Παμινο! Γυρισε τοτε ο Παμινος, ειδε το σουγια, τραβηξε αστραπιαια μια κλωτσια στο δοξα πατρι του Πεππα και.. παρτον κατω. Επεσε πολυ ξυλο εκεινο το βραδυ αλλα η ουσια ειναι οτι τοτε, το πουλι αυτο, του 'χε σωσει κυριολεκτικα τη ζωη του Παμινου ο οποιος φευγοντας βουτηξε το ζωντανο μαζι του κι εκτοτε ο Πεππας ουτε που διανοηθηκε να τον ζητησει πισω.

Απο τοτε κυλησε πολυ νερο στ' αυλακι. Ο Παμινος παντρευτηκε, εκανε οικογενεια, παιδια κι εγγονια. Σ' ολα του ηταν αρχοντας. Μα τον παπαγαλο του, τον ειχε πανω απ ολους και ολα. Κανεις ποτε δεν τολμησε να πει κατι κακο γι αυτον. Ουτε αστεια σηκωνε ο Παμινος για τον "κολλητο" του. Καμαρωνε μοναχα οταν του λεγε κανεις με θαυμασμο.< Μωρε μπραβο ποσες λεξεις ξερει να λεει. Βρε αυτος μιλαει κανονικα !> Ολα αυτα βεβαια μεχρι εκεινη την Κυριακη.
Ειναι Σεπτεμβρης. Κυριακη πρωι ηλιολουστη. Χαρα θεου. Ο Παμινος με τον "κολλητο" του στον ωμο το κοβουν για το καφενειο. Καποια στιγμη ενα φορτηγο περναει ξυστα απο μπροστα τους κι απομακρυνεται με θορυβο. Ο Ζαφειρης τρομαζει. Σηκωνεται κι αρχιζει να πετα ψηλα. Ο Παμινος του φωναζει. <Ελα δω βρε τρελλε, γυρνα πισω>
Ο Ζαφειρης προσγειωνεται που; Θε μου στη μεση του δρομου! Το αυτοκινητο που περνουσε δεν προλαβε να κανει το παραμικρο. Το πουλι χτυπησε θανασιμα τη στιγμη ακριβως που εκανε να σηκωθει απο την ασφαλτο. Ενα και μονο τιναγμα ηταν το μονο που προλαβε με τα φτερα του. Το μοιραιο ειχε συμβει.
Κυριακη 3 Σεπτεμβριου. 09:35 ακριβως. Ο γεροΖαφειρης ηταν νεκρος!

Σε δευτερολεπτα κοσμος πολυς τον κυκλωσε απο παντου.
Ο Παμινος στη μεση, εγειρε πισω το κεφαλι προς τον ουρανο κι εκλεισε τα ματια, μα ενα δακρυ κυλησε στο παγωμενο προσωπο του. Υστερα κι αλλο. Κι αλλο μετα. Κι ενας λυγμος. Βουβος μα επιβλητικος σαν το μπο'ι' του. Τιποτα περισσοτερο.
Εβγαλε το σακκακι του, εσκυψε αργα και τ' αφησε στο δρομο μαξιλαρι.
Τον πηρε στις χουφτες του και τον τυλιξε λες κι αγκαλιαζε το σωμα του εσταυρωμενου. Τον φιλησε στο κεφαλι και τον εσφιξε στο στηθος του . Σταζοντας αιματα τα χερια του και δακρυα, σηκωθηκε. Ο κοσμος ανοιξε ευλαβικα σχεδον τον κυκλο κι εκεινος εφυγε.

Ολη η Δραπετσωνα συννεφιασε σαν τον ουρανο σαν μαθευτηκαν τα νεα.
Για πολλες μερες , λες και δεν ειχε ο κοσμος αλλα πιο σημαντικα , ολο γι αυτο συζητουσε.

Τον κυρΠαμινο εκαναν μηνες να τον ξαναδουν στη γειτονια. Λενε οτι καποιες ελαχιστες φορες που βγηκε απ το σπιτι του τον ακουσαν να μονολογει περπατωντας <τρεις μερες εβρεχε ασταματητα Ζαφειρακο μου, τρεις ολακερες μερες!> κι εδειχνε τον ουρανο.
Περιττο να πουμε πως δε δεχτηκε ποτε να παρει αλλο παπαγαλο ουτε φυσικα και αλλο ζωο, οτι κι αν του λεγαν οι δικοι του ελπιζοντας μηπως ετσι μαλακωνε το μαραζι του.

Οταν επειτα απο δυομισι χρονια εφυγε κι εκεινος απ τη ζωη, η φωτογραφια του στο μνημα ηταν -αφου ετσι θα 'θελε, οπως ελεγε η κυρα Δεσποινα η γυναικα του- εκεινη, η αγαπημενη του, η μονη που ειχε με τον Ζαφειρη του στον ωμο.

3/3/08

Παρασταση "Βαλκανικη"

Εμαθε πια να ζει πληγωμενη
Το μαχαιρι στην πλατη
σε καθε της κινηση παλλεται και σταζει
Εισπνεει ξανα τον πονο ως το μεδουλι
προσπαθει να ανασηκωθει, εστω και λιγο
.
Η κραυγη της ξεκουφαινει λαους
Δεν αντεχουν, κλεινουν τ' αυτια τους
.
Το κεφαλι της τιναζεται με μιας προς τα πισω
ριπες υγρου πυρ σκορπιζονται στα μουτρα των θεατων
Αιμα, ιδρωτας, πυον, κραυγες ,ολα υγρα, κιτρινα κι αρρωστα
.
Μουχλα παραισθησιογωνα σε μυαλα και ψυχες
.
Να τ' αποφυγουν ολοι ματαια προσπαθουν
Σκηνη και πλατεια σ' αποσταση αναπνοης
.
Οι πολυθρονες τους αναπαυτικες μα οι αλυσιδες στα ποδια
κι ο πρωταγωνιστης τοσο κοντα
Ολα τα ματια κλεινουν, μα το δραμα το ζουν
.
Τα γονατα της λυγιζουν , ενα μπρος ενα πισω
τρεγκλιζει, παραπαιει, προσπαθει να σηκωθει
Τα χερια απλωνονται , ισια μπροστα στο χαος
παρακαλανε στα τυφλα
.
Παντου καπνοι και σκοτεινια ,
μαυρα και μωβ τα συννεφα επιταφια θρηνουνε
Δε βλεπει
Τρεμει
Καμμενες σαρκες μυριζει και θανατος
μεσ' τη φωτια κι ομως αυτη κρυωνει
.
Δαιμονισμενα ξωτικα της ξενιτευουνε το νου
μα η εξορια.. οικεια
Απεγνωσμενα κατι ζηταει
απ' αυτους; απ' οποιον
Των θεατων τα ματια, αλλο δεν αντεχουν
το βλεμμα να σηκωσουν δε μπορουν
Ειν' η βαρια η συνενοχη που ασηκωτο το κανει
.
"Βαλκανικη, μην προσπαθεις, καλυτερα να πεσεις, φωναζουν!"
.
Μα 'κεινη, το ιδιο επιμονη ως το φιναλε
Μια να σηκωνεται και μια να πεφτει
και το μαχαιρι την πληγη ολοενα να βαθαινει
.
Μανες, κρυβουν στα στηθη τα παιδια
Το "καταματα" ανεξιτηλα βαφει
Κλαινε, φωναζουν, να φυγουν
Το τελος αργει
και ποιος να τους πει, πως η παρασταση διαλειμμα δεν εχει
.
Ουρλιαζουν, φτυνουν, βριζουν,
σκιζουν τις πολυθρονες τις αναπαυτικες
Γινεται χαλασμος
Οι ηθοποιοι ανταποδιδουν
Πανδαιμονιο
.
Μεσ' στο χαμο καποιες σκουριασμενες αλυσιδες σπανε
(περιεργο πως αμελησανε τ' αφεντικα;)
.
Οχλος ελευθερος να γινει λαος
ελευθερωνουν ο ενας τον αλλον
Οι αλυσιδες στα χερια τους πια, στριφογυριζουν στον αερα
χιλιαδες συντριμια πετιουντε στο σκοταδι
Οι σκηνοθετες βγαινουν στη σκηνη, ψαχνουνε να ξεφυγουν
οι χορηγοι το ιδιο
(η εσχατη των ποινων διπλη γι αυτους, το ξερουν)
παραγωγοι, και τεχνικοι, ηθοποιοι και θεατες γινονται ενα κουβαρι
ζητωκραυγες, αλαλαγμοι και ιαχες θριαμβου
τα φωτα δεν αναβουν
.
Ο διοργανωτης απ το μικροφωνο αταραχα, επιτελους ανακοινωνει..
(τον ακουει αραγε κανεις αυτον που ξερει..;)
μα εκεινος ως οφειλει συνεχιζει:
.
"...αγαπητες κυριες και κυριοι, η παρασταση διαλειμμα δεν εχει."

1/3/08

Τα γενέθλια

Για μια στιγμή
έκαναν όλοι στην άκρη
όπως κάθε χρόνο
όπως μια φορά το χρόνο κάνουν
για σένα
.
Να περάσει η τούρτα σου
μ' ένα κερί επιπλέον
κάθε χρόνο
.
κι εσύ στη μέση
για άλλη μια φορά
έτοιμη για την ανάσα
τη βαθιά
την λυτρωτική
την ετήσια
.
Πάλι βουρκώνεις;
.
Έλα, έλα, έλα ντε
άντε άλλη μια
μπράβο
.
Τα κατάφερες κι εφέτος
παρ' όλο που έγιναν πολλά
είν' αλήθεια τα κεριά
και η φωτιά τους μεγάλη
.
την έβγαλες και φέτος
την ανάσα
τυχερή
.
Χρόνια πολλά κυρά Ευθυμία
Πολύχρονη συναδέλφισα
Μπράβο ρε μάνα
Γεια σου ρε γυναίκα
.
Έχει άλλες μπύρες στο ψυγείο;
.
Ευχαριστώ, συγγνώμη, έρχομαι αμέσως..

14/2/08

Για παντα μαζι κι ευτυχισμενοι.

Ενας χρονος συμπληρωθηκε σημερα, απ τη μερα που εφυγε ο αγαπημενος μου Παππους απ τη ζωη. Ανημερα του αγιου Βαλεντινου. Τι ωραια μερα για να φυγει κανεις...
Οχι γιατι ειμαι των εορτων (κι ειδικα τετοιων), ουτε γιατι εκεινος ηταν. Απλα ετσι , μια και για τους περισσοτερους ανθρωπους ειναι μια μερα, που εστω κι αθελα τους, μια σκεψη περι ερωτος κι αγαπης λιγο πολυ περναει απ το μυαλο τους.
Μα θα μου πεις, βρηκες τετοια μερα που ολοι μιλουν για ερωτα να μιλησεις για ανθρωπους που χουν φυγει; Ο Μπαρμπαγιωργος (οπως τον ελεγαν οι φιλοι του απο καποια ηλικια κι επειτα), ομως, ηταν παντρεμενος πανω απο 50 χρονια με την κυρα Σταυρουλα του. Και δεν ηταν ευκολος ανθρωπος παντα. Με την δυστυχια εκεινων των χρονων που ακολουθησαν το δραμα της Μικρασιας , απο την Μυτιληνη, βρεθηκε 6-7 χρονων προσφυγας καπου στο Βολο, παραγιος, σε καποια ευκαταστατη οικογενεια. Οι περιπετειες του αμετρητες ολα εκεινα τα χρονια.Φανταρος βρεθηκε να πολεμαει στα Ελληνοαλβανικα συννορα. Απο την Αλβανια που βρεθηκε με το ταγμα του στον πολεμο, γυρισε στην Αθηνα με τα ποδια. Ευτυχησε να ειναι ο μαγειρας του λοχου και με τις φωτιες των ψευτομαγειρεματων του καταφερε να σωσει, και τα ποδια του αλλα και τη ζωη του. Ερχομενος, στην επιστροφη, καπου στο Χαιδαρι γλιτωσε κυριολεκτικα την υστατη στιγμη, σαν απο θαυμα σε μπλοκο των Γερμανων και κατεληξε να ψαχνει τη μοιρα του περιπλανωμενος στις γειτονιες της Αθηνας. Αργοτερα καποιος τον αναγνωρισε και τον εστειλε ως μαγειρα στη λεσχη αξιωματικων στη Λαρισσα. Εκει στη Λαρισσα γνωρισε την κυρα Σταυρουλα. Το συνοικεσιο με το "φτωχο ορφανο " που μεγαλωσε με τον παπα της ενοριας μεσα στην εκκλησια, εγινε απο γειτονους που ξερανε την κατασταση τους, μονομιας. Δυο δυστυχες ψυχες ενωθηκαν σε μια κοινη μοιρα. 60 χρονια κρατησε η μοιρα του μαζι της. Τους χαρισε ζωη σκληρη, δυσκολη, φτωχικη μα τιμια, κι αξιοπρεπη και στις χαρες και στις λυπες.
Εκανε τρια παιδια ο Μπαρμπαγιωργος με την Κυρα του. Δυο κοριτσια κι ενα αγορι. Τα κοριτσια του ευτυχησε να τα καλοπαντρεψει. Να δει κι εγγονια και δισεγγονα ακομα.
Το αγορι του ομως, το καμαρι του, στα δεκαοχτω του ακριβως , χαθηκε απο τροχαιο εξω απο την πορτα του σπιτιου. Αυτο θα 'μελλε να ειναι και το μεγαλυτερο δραμα της ζωης του.
Παρ ολα αυτα, τα χρονια ητανε δυσκολα κι ειχε μια οικογενεια να πορεψει. Στην κατοχη οι Γερμανοι του επιταξανε το σπιτι. Περασαν δυσκολες μερες τοτε.
Εντομεταξυ ειχε γινει παγοπωλης . Ολη η οικογενεια δουλευε μαζι του. Καλοκαιρια και χειμωνες μεσα στα κρυα και τις βροχες εκει, να κουβαλανε ολοι μαζι τον παγο. Αργοτερα μετα απο χρονια που ηρθαν οι ηλεκτρικες συσκευες, εγινε αγωγιατης. Τρικυκλας, να κανει μεταφορες καθε ειδους απο το ενα μερος στο αλλο σε ακτινα 50-100 χλμ. Ετσι πορευτηκε και μεσα στην κατοχη και στη χουντα και αργοτερα στις μερες τις καλες. Σκληρη δουλεια σχεδον υπερ(απ)ανθρωπη. Σαν να μην σταματαγε ποτε . Σαν το μονο του διαλλειμα να ηταν το τσιπουρακι που του ετοιμαζε η γιαγια καθε μερα, ακριβως την ιδια παντα ωρα, λιγο πριν το μεσημεριανο φαγητο.
Καποτε μπορεσε να βρει κι ενα κομματακι γη να αγορασει κι εκει ολομοναχος επι χρονια,με χιλιους κοπους και βασανα προσπαθουσε να φτιαξει ενα σπιτακι. Το σπιτικο του.
Στο τελος τα καταφερε. Ηταν πολυ πεισματαρης. Κι επιμονος. Και δουλευταρας.
Ακουραστος, μεσα στο παθος της καταχτησης των στοχων του, πολλες φορες εξαντλουσε την ιδια του την οικογενεια μα και τον εαυτο του. Η χρονια κηλη ηταν ενα μονο αντιτιμο που εισεπραξε απο ολα αυτα. Δουλεια και σπιτι. Κι οταν δε δουλευε μαστορευε, εκανε χειροτεχνιες και ξυλοκοπτικες. Κι ειχε φτιαξει με τη γιαγια εναν κηπο (το παθος και το καμαρι το δικο της) που τον ζηλευαν ολοι στη γειτονια. Και τι δεν ειχε μεσα αυτος ο κηπος. Καθε εποχη και αλλη εικονα. Παντα φορτωμενος με λουλουδια , λαχανικα, αρωματα,χρωματα και μυρωδιες.
Καθε Χριστουγεννα και Πασχα, το σπιτι του ανοιγε σ ολο τον κοσμο. Ολη η οικογενεια, παιδια, εγγονια, συγγενεις, φιλοι, γνωστοι, ολοι εκει. Τα αρνια, τα κοκορετσια, τα κουλουρακια, τα ποτα, τα γλυκα, ολα παντα ξεχειλιζαν σε καθε γωνια της κουζινας και του σαλονιου. Τον θυμαμαι να αγοραζει τα αναψυκτικα, τις μπυρες τα κρασια παντα με τα κιβωτια και να τα κρυβει στο αποθηκακι για τις γιορτες. Παντα το εκανε αυτο. Του αρεσε να εχει τα βασικα, οπως το λαδι ας πουμε σε ποσοτητες μεγαλες μες στο σπιτι. Νοικοκυρης παντα και προνοητικος.Τιποτα δεν αφηνε στην τυχη. Δεν ηθελε εκπληξεις στη ζωη του.
Ετσι γινοταν καθε χρονο . Με τη χαρα των ημερων ζωγραφισμενη στα προσωπα ολων μας. Ετσι περνουσαν οι γιορτες. Μοναχα εκεινος ειχε καθε φορα, μια δικη του,ξεχωριστη στιγμη. Μες στη χαρα, μια δυσκολη στιγμη. Τοτε που εφερνε στο μυαλο του, το καμαρι του που ελλειπε απ το τραπεζι. Τον λεβεντη του. Και καποιες φορες που δεν αντεχε και τον επαιρνε το κλαμα, αυτον τον σιδερενιο τον αλυγιστο ανθρωπο, τοτε, ακομα κι αυτος λυγιζε, ζηταγε συγνωμη και ζουσε τη στιγμη του.
Και καθε χρονο ετσι κυλουσε τη ζωη του.
Και περναγαν οι χειμωνες κι εφταναν τα καλοκαιρια. Τα σχολεια εκλειναν και παιδια κι εγγονια μαζευονταν κατω απ το χαμογελαστο μουστακι του να βγαλουνε τις διακοπες.
3-4 το πρωι, ηταν ηδη ξυπνιος. Πυρετωδως ετοιμαζε το τρικυκλο του με την μεγαλη πια καροτσα γεματη με ολα τα τσιμπρακαλα που χρειαζεται μια μεγαλη οικογενεια για να περασει 2 μηνες το λιγοτερο στην εξοχη. Η κυρα Σταυρουλα ακαματη απο κοντα του να του ετοιμαζει τα παντα μεχρι να ξυπνησουν τα παιδια. Αυτος να φορτωνει ,να λυνει και να δενει την κουκουλα. Χοντρος μουσαμας πανω απ τον σιδερενιο σκελετο της καροτσας .Το καταφυγιο μας για το νυχτερινο ταξιδι. Μεσα σ αυτο το αυτοσχεδιο τροχοσπιτο, εκει πεφτανε στρωματα, βελεντζες, σεντονια, κουβερτες, ολα να μας υποδεχτουν ωστε ζεστα να συνεχισουμε τον υπνο μας οι "μικροι" . Πεντε-εξι ανθρωποι ολοι μαζι να κοιμουντε λες και στο καλυτερο κρεββατι του κοσμου, μιας και ηταν αυτο που μετα απο λιγες ωρες θα μας οδηγουσε στον παραδεισο των διακοπων το Τσαγιζι (το σημερινο Στομιον).
Κι οι διακοπες, στα δικα μας παιδικα ματια, παντα ονειρεμενες. Για κεινον και για την γιαγια βεβαια, ηταν ενας αγωνας ακομη τον οποιον εδιναν προσπαθωντας να τον συνδιασουν με τη χαρα τουλαχιστον, λιγης ξεκουρασης και διασκεδασης .
Και μετα ξανα δουλεια και παλι δουλεια. Κι οταν εφτασε σε δυσκολες μερες λογω ηλικιας, δεν σταματησε ποτε να αγωνιζεται. Μεχρι σε χυτηρια δουλεψε αλλα δεν επετρεψε ποτε να λειψει κατι απ το σπιτι. Κι ακομα οταν αφησε το αγαπημενο του παλατακι στη Λαρισσα κι ηρθε να ζησει την υπολοιπη ζωη του κοντα στα παιδια του στην Αθηνα, ακομα και τοτε να δουλευει λαχταρουσε. Κι οταν καταλαβαινε πως ειχαν περασει πια οι μερες που 'ταν δυνατος και πως στη τσιμεντουπολη δεν ειχε με τι ν ασχοληθει, ακομα και τοτε, τρωγωτανε με τα ρουχα του. Δεν μπορεσε ποτε να ησυχασει αυτος ο μεγαλος ανθρωπος. Κι οταν τον χασαμε περυσι, το οτι θα ξεκουραζοτανε πια, αυτη ηταν η μεγαλυτερη μας παρηγορια. Η κυρα Σταυρουλα του δεν αντεξε περισσοτερο. Ακομα πριν απο το χαμο του, λες και το διαισθανοτανε, σαν να 'χασε τα λογικα της και τη μνημη της κι οταν εκεινος εφυγε, οσο κι αν μας τον ζητουσε παντα βρισκαμε τον τροπο να την ξεγελαμε με δικαιολογιες.
Λιγους μηνες μετα, πηγε κι εκεινη να βρει τον αντρα της. Και πανω απ ολα, τον συντροφο της. Ακομα και χωρις μυαλο, τοσο μονο αντεξε μακρυα του. Τωρα σιγουρα που μας κοιτανε απο κει ψηλα, νομιζω ξεκουραστοι πλεον, φχαριστιουνται που βλεπουν τους αγωνες και τις θυσιες τους που εχουν.. "πιασει τοπο".
Να 'στε καλα αγαπημενοι μας. Για παντα μαζι κι ευτυχισμενοι.

12/2/08

Ποιος εμπρησμος ?


Και τώρα, τώρα που έχω τόσο χρόνο διαθέσιμο , συνταξιούχος πια , τώρα μπορώ και να σκέφτομαι ακόμα. Και να ζωγραφίζω. Και να γράφω και στιχάκια. Και να ασχολούμαι πιο πολύ με τα παιδιά. Και να φιλοσοφώ ακόμα και να μορφώνομαι και να εμβαθύνω στα ζητήματα. Τώρα που ζω με λίγα, αλλά μέσα στην θαλπωρή της εργασιακής ανάπαυσης. Τώρα που σταματά το άγχος κι η ανασφάλεια. Τώρα που χάθηκε το φάντασμα της ανεργίας και της αναδουλειάς. Καλά λένε ότι για να μπορείς να σκέφτεσαι και να φιλοσοφείς πρέπει να σαι ή πλούσιος ή τακτοποιημένος. Δηλαδή να έχεις χρόνο. Γιατί αλλιώς, αν είσαι μέσα στα βάσανα, στην ανέχεια και το άγχος, όλα αυτά σου φαίνονται ανόητα και απλό χάσιμο χρόνου. Και τους "άλλους" χασομέρηδες τους λες και ψευτοκουλτουριάρηδες και δήθεν και δεν έχεις κι άδικο στο μεγαλύτερο βαθμό.
Πόσο όμως λαχταρούσε πάντα η καρδιά μου να 'χω χρόνο.. 
Χρόνο, αυτό το πολύτιμο μέγεθος της ζωής που έρχεται και φεύγει και πίσω δεν ξαναγυρνά. Χρόνο, να τον κάνω ότι θέλω. Ότι θέλω εγώ. Εγώ, όχι οι ανάγκες. Όχι οι εργοδότες. Όχι οι υποχρεώσεις αλλά εγώ.Να κοιτάξω κι εμένα. Εγώ που τόσα χρόνια , μια ζωή ολόκληρη, φρόντιζα μονίμως για τους άλλους. Τώρα λοιπόν έχει έρθει η σειρά μου. Μόνο ρεπό έχω τώρα .8, 9, 10, 20 30 κάθε μήνα. Έχω και αργίες και άδειες και διακοπές . Πόσο μου έλειψαν οι διακοπές !
Έγινα άνθρωπος επιτέλους. Μπορώ να είμαι άνθρωπος. Μπορώ να είμαι ήρεμος ξανά μετά από χρόνια. Μπορώ να ασχοληθώ επιτέλους στη ζωή μου με πράγματα και πρόσωπα που αγαπώ πολύ. 

Από που ν αρχίσω όμως? Πως αναπληρώνονται τόσα χαμένα χρόνια? Πόσο πληρώνονται τόσα καμμένα όνειρα? Τι να πρωτοκάνω? Τι να πρωτοζωγραφίσω?  Τι να πρωτοδιαβάσω? Ποιες ταινίες να πρωτοδώ? Σε ποια θέατρα να πρωτοπάω? Με ποιους φίλους να πρωτοπιώ καφέ? Με ποιους να πρωτογλεντήσω?  Γατί να πρωτομιλήσω?Που να πρωτοταξιδέψω? Που να πρωτοαφιερωθώ? Είναι τόσα πολλά αυτά που έχω χάσει. Νιώθω τόσο έξω πια απ' την αληθινή ζωή. Κι είναι η άβυσσος βαθιά. Το χάσμα δίχως τέλος. Ο εαυτός μου τόσο μικρός. Το μυαλό μου τόσο συγχυσμένο. Το κορμί μου τόσο ταλαιπωρημένο είναι πια κι η ψυχή μου τόσο σκληρή και άδεια. Κάθε μου σκέψη έχει στερέψει πια. Κάθε μου όνειρο πότε πρόλαβαν να μου το τσαλακώσουν ρε γαμώτο? Πως κάθε μου ελπίδα πέταξε τόσο μακρυά? Πως έγινε κάτι τέτοιο? Ποιος εμπρησμός μου άφησε μονάχα αποκαΐδια?

Το πόδι μου πονάει όταν αλλάζει ο καιρός. Σήμερα πάλι το ίδιο. Ψάχνω τα γυαλιά μου, τα χάπια μου και την εφημερίδα .Τίποτα δε βρίσκω σήμερα. Α ρε Μαράκι. Όταν ήσουν κοντά μου, όλα μου τα 'χες έτοιμα. Και τον καφέ και τα γυαλιά και το ταψί στο φούρνο. 35 χρόνια δεν ήτανε πολλά. Που πήγες ρε Μαράκι τόσο ξαφνικά? Που να μας φτάσουνε εμάς τόσα μονάχα χρόνια?
Θυμάσαι, όταν σχολάγαμε και γυρίζαμε σπίτι, πρώτη δουλειά μας ένα ποτηράκι κρασί.
Να πάρουμε μιαν ανάσα, να τα πούμε. Τα νέα της ημέρας, των παιδιών, των φίλων. Ποιοι ήρθαν σήμερα λογαριασμοί. Τι θα πληρώσουμε με ποια σειρά και πότε. Καμιά φορά, μας παίρναν τα ζουμιά απ τη σκασίλα. Γέρναμε τότε αγκαλιά και όλο λέγαμε, κουράγιο. Έχει ο θεός, κάτι θα γίνει πάλι. Κι όλο γινόταν ρε Μαράκι, θυμάσαι? Όλο κάτι γινόταν ξαφνικά κι έφευγε και το γραμμάτιο εκείνο. Κι ένα άλλο έπαιρνε τη θέση του για λίγες μέρες μετά. Κι όλο το ίδιο. 
Πάντα αντέχαμε όμως και κάθε που ανασαίναμε, έλαμπε πάνω μας η χαρά. Το βλέπανε και τα παιδιά κι όλο πανηγύριζαν. Και τότε εμείς, άλλο που δεν θέλαμε, και να σου η οικογένεια σε κάποιο ταβερνάκι της γειτονιάς να το γιορτάζει λες κι ήταν τάχα γεγονός σπάνιο και κατόρθωμα μεγάλο. Κι ακόμα μερικές φορές, ακόμα πιο πολύ το ρίχναμε έξω. Όλα ξεκίναγαν από κείνο το βλέμμα που διασταυρώναμε συνωμοτικά θαρρείς κι ακολουθούσε κείνο το γνωστό "πάμε? - φύγαμε !" Και σε χρόνο ρεκόρ τότε ετοιμαζόμασταν και φεύγαμε αστραπή για ταξιδάκι. Έτσι στα ξαφνικά χωρίς να ξέρουμε για που ή για πόσο. 
Στην πορεία τα βάζαμε κάτω κι υπολογίζαμε τα έξοδα, το πόσα είχαμε, τις απουσίες στο σχολείο των παιδιών. Όλα στο δρόμο! Και πάντα γυρίζοντας, με τα παιδιά να κοιμούνται εξαντλημένα απ'την καλοπέραση στο πίσω κάθισμα όλο λέγαμε πως, αυτό το ταξιδάκι μας ήταν το καλύτερο απ' όλα τα προηγούμενα. Και το σαραβαλάκι μας τα είχε βγάλει πέρα πάλι μια χαρά. Κι όπως κοντεύαμε βράδυ αργά στο σπίτι να επιστρέψουμε , ποτέ δεν μιλούσαμε. Μόνο κοιτάγαμε το δρόμο. Δε λέγαμε τίποτα για τα έξοδα που μας περίμεναν σπίτι κάθε φορά. Τα σκεφτόμασταν κι οι δυο αλλά δεν το λέγαμε. Μια ομερτά ένα πράμα, παρά μονάχα στον καφέ του επόμενου πρωινού τα συζητούσαμε. Μια τέτοια μικρή παράταση στην επιστροφή της σκληρής πραγματικότητας πάντα την είχαμε ανάγκη να την δίνουμε ο ένας στον άλλον.
Α ρε Μαράκι, τόσο τρέξιμο μια ζωή. Τόσο ατέλειωτο τρέξιμο μωρό μου. Και τώρα, τώρα που ήρθε η ώρα να ξεκουραστούμε για τα καλά, εσύ δεν είσαι εδώ αγάπη μου.. Δεν είσαι μακρυά μωρό μου. Και τα λέμε κάθε μέρα από κοντά. Το ξέρω. Δεν παραπονιέμαι. Μόνο που τώρα που δε μ απαντάς...τώρα που μόνος πίνω τον καφέ μου, δεν είναι το ίδιο βρε κορίτσι μου και νιώθω ...

Και τώρα που ήθελα με τόσα ν ασχοληθώ, τώρα που μπορώ επιτέλους, τώρα πια νιώθω...
Ξέρω πως δε θ αργήσω να ρθω να σε βρω κούκλα μου μα να ...Όλοι μου λένε να ζήσω. Τώρα που μπορώ να ζήσω. Κι όλο τους λέω, ε φυσικά ρε παιδιά. Θα του δώσω να καταλάβει.
Αυτοί βέβαια, που να καταλάβουν... Μόνο εσύ κουκλί μου με καταλάβαινες πάντα και τώρα το ίδιο. Μόνο εσύ μπορείς. Τα παιδιά πήρανε το δρόμο τους . Έγιναν καλά παιδιά, το ξέρεις. Μα εσύ είσαι άλλο. Κι εγώ χώρια σου είμαι ίδιος. Όπως και τότε μαζί σου και τώρα το ίδιο. Και σ ακούω που μου λες τα ίδια με κείνους. Δως του να καταλάβει, μου ψιθυρίζεις. Καταλαβαίνω γλυκιά μου . Καταλαβαίνω. Απλώς να, τώρα κάθε φορά που λέω, ωραία τώρα έχω χρόνο, ένα βάρος ξαφνικά με πλακώνει πως στην πραγματικότητα δεν έχω . Καταλαβαίνεις μωρό μου ? Σ αγαπώ ζωή μου. Σ αγαπώ πολύ!

30/1/08

Σουπερ οδοιπορικο στα Συβοτα Θεσπρωτιας !

Με ειχανε φαει φιλοι και συναδελφοι (οχι πολλοι ειναι αληθεια ε ξηγω αμεσως το γιατι) να παρω την οικογενεια και να παω για διακοπες στα Συβοτα Θεσπρωτιας. Ενα μερος που να το παραδεχτω , ουτε γνωριζα, ουτε ειχα ακουσει πιο παλια απο κανεναν.
Επειδη ειναι περιπου 410χλμ απο την αθηνα καταλαβα πως επεφτε παντα μακρυα για τους αθηναιους ως προορισμος διακοπων γι αυτο και δεν μας ειναι ιδιαιτερα γνωστο.

Με τα πολλα ,μαζεψα λοιπον οικογενεια,σεα , μεα και ξεκινησαμε.Πειραιας-Ριο Αντιριο με την καταπληκτικη ειναι γεγονος γεφυρα κλπ. κλπ.
Η περιπλάνηση άρχσε από την Πρέβεζα.
Μονολίθι.Είναι η πιο κοντινή στην πόλη παραλία με εύκολη πρόσβαση, πλατιά άσπρη αμμουδιά και φυσική σκιά από τα πεύκα.
Συνεχίσαμε προς τα βόρεια.Συναντήσαμε μικρά χωριά και οικισμούς στα δεξιά , ενώ πευκοδάση έκρυβαν τη θάλασσα στ αριστερά μας. Στην παραλία της Καστροσυκιάς μεγαλη και οργανωμένη καναμε την πρωτη μας βουτια.Κοντά στην Καστροσυκιά βρίσκεται η παράκαμψη του δρόμου που οδηγεί στο Νεκρομαντείο της Εφύρας, όπου σύμφωνα με τη μυθολογία βρισκόταν μια από τις πύλες του Αδη. Λίγο βορειότερα βρίσκεται η Πάργα, η γραφική κωμόπολη της Ηπείρου με τη νησιώτικη ομορφιά.Την επισκεφτηκαμε την τελευταια μερα της επιστροφης και το μετανοιωσαμε στ αληθεια. Η πολη πανεμορφη με ενα καταπληκτικο καστρο ,με γραφικά δρομάκια και λιμανάκι με ψαρόβαρκες και μικρά καϊκια, με το μικρο νησακι στην αγκαλια του και το γραφικο εκκλησακι του.

Δυο παραλίες θα τραβήξουν αμέσως την προσοχή σας στην περιοχη.Στον Λύχνο μια στενή λωρίδα κάτασπρης άμμου χωρίζει το πράσινο της θάλασσας από αυτό της στεριάς. Στην ημικυκλική παραλία του Βάλτου τα πεύκα γέρνουν στην ακρογιαλιά, και οι γουιντσερφάδες απομακρύνονται από την ακτή για να συναντήσουν το ανοιχτό πέλαγος. Προσπερνωντας την Πάργα συνεχίσαμε προς τα βόρεια .Επειτα από λίγα χιλιόμετρα φτασαμε στην Πέρδικα. Στην κεντρική πλατεία μικρά καφενεία με κληματαριές σας δροσίζουν πριν αρχίσετε την κάθοδο στις παραλίες Αρίλα και Καραβοστάσι.
Στον Καραβοστάσι φτάνεις περνώντας μέσα από ένα δάσος με αραιές γέρικες ελιές. Ενα μικρό ποτάμι με θεόρατα πλατάνια στις όχθες του συμπληρώνει την εικόνα ενός τοπίου που αγγίζει τα όρια της τελειότητας. Οι εγκαταστάσεις των ξενοδοχείων στέκονται διακριτικά και δίνουν τη δυνατότητα να απολαύσετε εκτός από το κολύμπι και μία σειρά από οργανωμένα σπορ. Αφήνοντας την Πέρδικα συνεχίσαμε για το βορειότερο σημείο της διαδρομής, που είναι το χωριό Σύβοτα.
Εδώ οι ακτές γίνονται δαντελωτές δημιουργώντας μικρούς κόλπους. Ολη η περιοχή είναι πνιγμένη στα λιόδεντρα, οι ακρογιαλιές σκεπάζονται άλλοτε με άμμο κι άλλοτε είναι γεμάτες βράχια. Συχνά βλεπεις καταπράσινες κουκκίδες να ξεφυτρώνουν στη μέση ενός κόλπου. Είναι παρθένα νησάκια και μπορείτε να τα επισκεφθείτε με βάρκα.
Τα Σύβοτα Θεσπρωτίας είναι ένα παραθαλάσσιο χωριό όπου το καταπράσινο τοπίο αγκαλιάζεται από θάλασσα με μοναδικό μπλε που φτιάχνει μια ειδυλλιακή εικόνα. Το μέρος περιβάλλετε από τα νησάκια Αγιος Νικόλαος και Μαύρο Όρος. Επίσης τα Σύβοτα μπορούν να αποτελέσουν εφαλτήριο και για μια διαδρομή στα Ιστορικά και φυσικά μνημεία της Ηπείρου.
Υπάρχουν πάμπολλοι κολπίσκοι και παραλίες ανάμεσα στα τρία νησάκια των Συβότων, αλλα η πιο γνωστή παραλία είναι η Πισίνα που έχει ένα φανταστικό κρυστάλλινο μπλε χρώμα.
Μπελλα βρακα :Αυτή η μοναδική παραλία είναι στο νησί Μουρτεμένο και η πρόσβαση γίνεται είτε με βάρκα είτε με τα πόδια καθώς το νερό είναι πόλυ ρηχό. Βγάλτε τα παπούτσια σας και περπατήστε απέναντι προς τον πρώτο από τους τρεις κολπίσκους με το νερό να φτάνει μέχρι το γόνατο.. Λιγο παραπέρα στον δρόμο προς την Πέρδικα είναι η παραλία της Αγία Παρασκευής. Μια παραλία με βότσαλα και πεντακάθαρα κρυστάλινα νερά. Μπορείτε να κολυμπήσετε μέχρι το νησάκι απέναντι ή να απολαύσετε τον καφέ σας στην καφετέρια που βρίσκεται πάνω από την παραλία.Μεγα Αμμος.
Αυτή η πανέμορφη παραλία, αμμώδης κατά κύριο λόγο, είναι η μεγαλύτερη οργανωμενη παραλία στην περιοχή, ενώ διαθέτει και θαλάσσια σπορ. Στον διπλανό κόλπο βρίσκεται και η Μικρή Άμμος με παρόμοια φυσικά χαρακτηριστικά. Φυσικά διαθέτει καφετέριες και παραδοσιακές ταβέρνες.
Εμεις απο τις πρωτες παραλιες που τιμησαμε ηταν αυτη της Ζαβιας.Απλα ονειρεμενη.Μικρη οσο πρεπει.Με λιγο κοσμο τις καθημερινες, πιο γιορτινη και γεματη τα Σαββατοκυριακα. Πνιγμενη, εξαφανισμενη καλυτερα στο πρασινο πρεπει να την ξερεις για να την προτιμησεις. Στα καταγαλανα νερα της, φυσικες υπογειες πηγες αναβλυζουν φρεσκο παγωμενο νερακι που σε κανει με τη μια 10 χρονια νεοτερο! Τελος στην πλατη της, ενα υπεροχο ταβερνακι με τραπεζια ειτε κατω απ τα αιωνοβια δεντρα του δασους που το σκεπαζει ,ειτε ακριβως πανω στο κυμα .Διαλεξτε!
Απο αποψη διαμονης κι επειδη εμεις δεν ειμαστε και πολυ των ξενοδοχειων, camping!
Αλλα οχι αυτο του χωριου,το ομωνυμο.
Λιγα χλμ πιο εξω βρισκεται ενα αλλο camping.
Μικρο, ησυχο, ,φιλικο, με cafe, ταβερνα(1 φορα τη βδομαδα και με live μουσικη), με μια δικη του καταπληκτικη εντελως ροκ παραλία για φωτιες το βραδι και τετοια και το καλυτερο ΠΑΜΦΘΗΝΟ! 2 μεγαλοι, 2 παιδια, σκηνη, αυτοκινητο, 13 ευρω τη μερα!
Κι ολα αυτα που? 7-8 λεπτα απο το χωριο και 2-3 λεπτα απο τις καλυτερες παραλιες της περιοχης!
Λοιπον γιατι αλλο αξιζει να πας?
-Για να δεις τις πηγες του Αχερωντα.Τρομερο τοπιο.Ο ποταμος χαμμενος σε παρθενα δαση απο πλατανια και οτι αλλο ειδος δεντρου βαλει ο νους.Στα παγωμενα του νερα κανουν καγιακ και ραφτινγκ σχολες και ...κοσμος και κοσμακης. Στα μονοπατια διπλα απ τις οχθες του, χαμμενοι στα δαση φυσιολατρες απ ολη την ελλαδα. Στα νερα του, ταβερνακια προσφερουν ντοπιες λιχουδιες με τραπεζια ακομη και μεσα στο νερο για οσους αντεχουν. Πιο διπλα ντοπιοι πουλανε αγνο μελι και βασιλικο πολτο. Κι οι μυρωδιες σου σπανε τη μυτη!
-Για να πας βολτα στο δελτα του Καλαμα. Ενας υπεροχος υδροβιοτοπος οπου τα νερα του ποταμου χυνονται στη θαλασσα.Χιλιαδες πουλια βρισκουν εκει καταφυγιο.Βαρκουλες σε πηγαινουν βολτα στο ποταμι για 10-15 χλμ κι η φυση σε αφηνει με το στομα ανοιχτο.
-Για να επισκεφτεις οχι σε μεγαλη αποσταση τα χωρια και τα μνημεια του ιστορικου Σουλιου,το Κουγκι και το Ζαλογγο.Να τα εξερευνησεις,να τα θαυμασεις,να τα γευτεις.Να χαιρετησεις ανθρωπους ξεχασμενους μιας αλλης εποχης.Να δοκιμασεις λιχουδιες φτιαγμενες απο μαμαδες και γιαγιαδες επιτοπου.Να πιεις ελληνικο καφε ετσι οπως σπανια πινεις.
-Γιατι διπλα και απεναντι ειναι και τα υπεροχα Ιωαννινα και τα Ζαγοροχωρια και οι Παξοι!
Γιατι ενα μπανακι ακομα και στο Δρεπανο αυτη τη μοναδικη χερσονησο με τις λευκες σ ολο της το μηκος και την μεγαλη αμμουδερη παραλια ειναι οτι πρεπει.
-Γιατι ειναι φιλοξενα και πραγματικα φτηνα.
-Γιατι ολες οι παραλιες στα Συβοτα ειναι η μια καλυτερη απ την αλλη, πνιγμενες στο πρασινο και με απιστευτων χρωματων και διαυγειας νερα.
-Γιατι τα χλμ δεν ειναι λιγα και θα σε βγαλουν απ τη ρουτινα σου.
-Γιατι θα κανεις στασεις σε καντινες στο μεσον του πουθενα ,πραγματικα εκει που δεν το περιμενεις και θα σου ψησουν με το ζορι καλαμακια και θα σε κερασουν και τσιπουρο σπιτικο.
-Γιατι η ριγανη,το θυμαρι,το δεντρολιβανο και χιλια αλλα βοτανα θα "πνιξουν" τα πνευμονια σου κι η μυτη σου θα τσουζει απο τα αρωματα τους.
-Γιατι στο δρομο σου θα συναντηθεις απο σκατζοχοιρους μεχρι αλεπουδες.
-Γιατι θα φιλοσοφισεις κοιτωντας τον εναστρο ουρανο που ποτε δεν μπορεις να δεις στην πολη.
-Γιατι ισως και να ερωτευθεις.
-Γιατι ,γιατι, γιατι...


21/12/07

Διακοπες στο νοτιο Πηλιο.Οχι για πολλους κι ΑΞΙΖΕΙ !


Πηγαμε το καλοκαιρι που μας περασε για διακοπες 15 ημερων στο Πηλιο.
Ξεκινησαμε απο Αη γιαννη - Χορευτο που δεν ειχαμε ξαναπαει. Κοσμος πολυς. Αερας πολυς. Ακριβες τιμες παντου. Προσφερομενα προιοντα και υπηρεσιες τυπικες τουριστικες για ξενους κυριως. Campings εποχης 1970. Απογοητευση. Κατα τις οκτω το βραδι αποφασισαμε οικογενειακως να κατεβουμε προς νοτο αφου ειχε παρει το ματι μου στο ιντερνετ κι εκει καναδυο campings που εμοιαζαν καπως ελκυστικα.
ΠΛΑΤΑΝΙΑΣ
Αργοτερα και μεσ τη νυχτα φτασαμε στο χωριο Πλατανιας.
Το camping του χωριου συμπαθεστατο μα οχι πανω σε παραλια οπως θελανε τα παιδια. Το χωριο συμπαθητικο αλλα οχι τιποτα φοβερο. Παντως ειναι η ιχθυοσκαλα της ευρυτερης περιοχης που καθε πρωι βγαινουν οι τρατες και γεμιζουν φρεσκο -κυριως ψιλο- ψαρι ολα τα γυρω χωρια . Εχει και μια παραλια για μπανακι ομως οχι τιποτα το εξαιρετικο. Εξαιρετικο ομως ειναι το σπιτι-χασαπικο στο εμπα του χωριου που πουλαει εκπληκτικα ντοπια κρεατα και απιστευτης γευσης λουκανικα τα οποια φτιαχνονται εκει μπροστα σου απο την ...συζυγο-χασαπενα. Χωρις να χαλασει η διαθεση μας αλλα με σχετικο αγχος για το που τελικα θα στρατοπεδευαμε συνεχισαμε.
ΚΑΣΤΡΙ
Ρωτωντας οδηγηθηκαμε παραδιπλα στο σημειο Καστρι.
Ως δια μαγειας ειχε βρεθει Το μερος που ψαχναμε.
Το ομωνυμο camping κουκλιτσα. Μικρο, ησυχο, πεντακαθαρο, με πολυ πρασινο, με ανεσεις υπερ-βολικες (ταβερνα,κουζινες, ψυγεια, καταψυκτες, τραπεζαριες, ψησταριες ,wc, market κλπ. Το χουν μια οικογενεια ελληνο-αυστριακων νομιζω. Καποιος μας ειπε πως ειχαν αγορασει καποια στιγμη τα στρεμματα και εκει πηγαιναν τις διακοπες τους. Σιγα σιγα αρχισαν να καλουν φιλους τους κυριως απο Αυστρια .Τελικα κατα πως φαινεται ,συνδιαζοντας τερπνον μετα του ωφελιμου, με κοπο και πολυ μερακι το εκαναν και επιχειρηση. Πανω στη θαλασσα. Η παραλια του , μια υπεροχη αμμουδια μ ενα μικρο beach bar κι ενα φιλε για βολλευ πανω στη μια ακρη της και μια παρεα βραχακια για βουτιες απο την αλλη.. Απλα φοβερο. Τα νερα κρυσταλλινα. Απεναντι η Σκιαθος. Πισω στην πλατη του ,στο υψωμα του λοφου που το αγκαλιαζει, δυο κτιρια ολα κι ολα ενοικιαζομενων δωματιων και τιποτα αλλο. Πριβε κατασταση που θυμιζει υψηλης κλασης διακοπες αλλα σε camping. Ωραιο δεν ακουγεται?
Κι η συνεχεια?
ΚΑΤΗΓΙΩΡΓΗΣ
Λοιπον 3-4 χλμ παραδιπλα, το απολυτο .Το ονομα αυτου: Κατηγιωργης!
Το ψαροχωρι! Τοπιο μαγευτικο. Χωριο μαγικα παραδοσιακο. Πνιγμενο στο πρασινο μεχρι το νερο. Σπιτια πετρινα. Αυλες λουλουδιασμενες. Κηποι πολυχρωμοι κι ευωδιαστοι.
Το εκλησακι του χωριου ο Αη Γιωργης πανω στην αμμο. Με τον αυλογυρο του ,τις παιδικες κουνιες του και το γαληνιο λιτο εσωτερικο του πραγματικο σημειο αναφορας του οικισμου.
Η παραλια μικρη και πανεμορφη. Αριστερα οπως κοιτας τη θαλασσα, ο μολος υποδεχεται καθε στιγμη τα κοτερα απο την Σκιαθο κι οχι μονο. Οι Κουκουναριες ειναι ακριβως απεναντι.
Στα δεξια της παραλιας 3 ψαροταβερνες κι ενα καφε-ζαχαροπλαστειο στη σειρα με τα τραπεζια τους πανω στην αμμο.
Ο Σταμουλης, ιδιοκτητης της μιας απ αυτες μονιμως στο τρεξιμο να σ εξυπηρετησει με καθε τροπο. Το ΝΤΟΠΙΟ φρεσκο ψαρι στην καλυτερη κι αγνοτερη εκδοχη του βρισκεται εδω. Οι τιμες λουκουμι. Το μπανιο στην πεντακαθαρη θαλασσα ιδιαιτερα οταν πεφτει το δειλινο ειναι απλα μαγικο. Πισω απ τα ταβερνακια ενα μινι μαρκετ κι ενα μαναβικο με ολα τα ειδη πρωτης αναγκης. Ακολουθεις το πλακοστρωτο δρομακι κι ανηφοριζεις στον πανεμορφο οικισμο ανταλλασοντας καλημερες με καθε εναν χωριανο προσωπικα θες δε θες.
Στην πρωτη στροφη ενα υπεροχο μικρο ξενοδοχειακι με πισινα και την απιστευτη θεα . Ολο το χωριο ,το λιμανακι,η παραλια με τα μαγαζακια της , η εκκλησια , ολα στο πιατο. Κι οταν νυχτωνει ολα τα κιτρινο-πορτοκαλια φωτα να καθρεφτιζονται στη θαλλασα κι εσυ εκει να τελειωνεις ...
Οι τιμες? Απο 30 ευρω τον Ιουλιο και 40-45 τον Αυγουστο το δωματιο, ε τι αλλο να ζητησεις πια.
Ο Κατηγιωργης σκεφτομαι πρεπει να μεινει για λιγους. Πρεπει να προστατευτει. Να μην αλλαξει. Αλλα παλι πως να μη μιλησεις σε φιλους και γνωστους για αυτη την ομορφια?
Δεν αντεχεις. Θελετε κι αλλα ?
ΛΑΥΚΟΣ
Αλλα 10 χλμ πιο περα ανηφοριζοντας απ το Καστρι βρισκεται ο Λαυκος.
Το παραδοσιακο πηλιοριτικο χωριο!
Χαμμενο τελειως μεσ τη βλαστηση. Κεντρικη πλατεια τεραστια ολη σκεπασμενη με αιωνοβια δεντρα . Η δροσια τους το καλοκαιρι πραγματικη οαση. Το βραδι η ψυχρα αισθητη ζηταει ζακετα και μπουφαν. Η εκκλησια μεγαλη κι επιβλητικη. Το μουσειο του χωριου με τους πινακες ζωγραφικης και τα γλυπτα μεσα κι εξω στον αυλογυρο του σκετη γλυκα.
Κατω απ τα πλατανια της πλατειας τσιπουραδικα και ψησταριες με ντοπια κρεατα στις σουβλες ολα στη σειρα. Τα γλυκα του κουταλιου κι ο ελληνικος καφες στην τιμητικη τους. Ο κοσμος τα βραδια πολυς. Τα παιδια βρισκουν τη χαρα τους με μπαλλες ,ποδηλατα, κυνηγητα. Τα σοκκακια ολα λιθοστρωτα σε καθε γωνια κρυβουν κι ενα πετρινο οικοδομημα απαραμιλλης μαστοριας κι αρχιτεκτονικης. Οι πανεμορφοι κηποι, οι πολυχρωμες γλαστρες, τα ξυλινα μπαλκονια, οι κοφτες κουρτινες στα παραθυρα ολα μιλουν για μερακληδες και νοικοκυρες αλλων εποχων.
Ο φουρνος του χωριου(φτιαγμενο απο τον Ντε Κιρικο) , ακομη φτιαχνει ψωμι, με -τι αλλο- ξυλα. Απ το 1900 τιποτα. Το ιδιο και το μπακαλικο και το μαναβικο και τα καφενεια επισης. Ολα ενα εισητηριο μιας αλλης Ελλαδας. Περιδιαβαινεις τα σοκκακια και σε καθε σου βημα παρακαλας να μπορουσες να ζεις σ ενα τετοιο μερος. Λαυκος το χωριο των καλλιτεχνων το λενε. Οι πολιτιστικες εκδηλωσεις συνεχεις σχεδον ολο το χρονο. Λιγο εξω απ το χωριο τυχαμε μαλιστα σε ενα κτιριο παλια αποθηκη σιτηρων ισως, μια εκθεση γλυπτικης με θεματα καίκια και επιβατες σε σιδηροδρομικους σταθμους δυο ντοπιων καλλιτεχνων. Απλα υπεροχη. Τυχαμε και σ ενα γλεντι του χωριου ενα βραδυ με κλαρινα και χορους ετσι σαν κερασακι στην τουρτα.
Θελετε κι αλλο?
ΑΛΟΓΟΠΟΡΟΣ-ΠΑΛΙΟ ΤΡΙΚΕΡΙ.
Ε τελος δεν πρεπει κανεις να χασει και μια βολτα στο νησακι παλιο Τρικερι. Πηγαινεις οδικως απο "μεσα" στον Παγασιτικο εως το σημειο Αλογοπορος. Εκει που τελειωνει ο δρομος βρισκεται ενα μικρο παραλιακι ολο βοτσαλακι ψιλο και μια θαλασσα να την πιεις στο ποτηρι. Αφηνεις το αμαξι σου -εναντι 2 ευρω- στο παρακειμενο parking . Ξαπλωστε σε μια απο τις ξαπλωστρες που σας προσφερονται δωρεαν και μετα τη βουτια σας παραγγειλτε τσιπουρο με μεζε. Θα σας ερθει ενα εικοσπενταρακι με ενα μεγαλοπρεπεστατο πλοκαμι φρεσκου φυσικα χταποδιου ψημμενο στο καρβουνο ,5 ευρω και τα δυο !(ναι ,ναι γινονται ακομη αυτα στην Ελλαδα) και που τη γευση του πιστεψτε με ,θα τη θυμαστε χρονια.
Αργοτερα παιρνεται το βαρκακι (θαλασσιο ταξι) και με 2 ευρω σε 3-4 λεπτα της ωρας φτανεται στο νησακι. Το παλιο Τρικερι (παλιος τοπος εξοριας) ειναι στην πρωτογονη μορφη του ενας παραδεισος προς εξερευνηση (με τα ποδια φυσικα,αυτοκινητα δεν υπαρχουν) και μια ευκαιρια για να κανετε μπανιο σε μια απο τις πολλες ερημικες μινιον παραλιες του, εσεις και τιποτα φωκιες η δελφινια για παρεα.
Μια βολτα τελος στο μεγαλο μοναστηρι της Παναγιας στο ψηλοτερο σημειο του νησιου (περ.20 λεπτα με τα ποδια) με την υπεροχη θεα ,θα ναι οτι πρεπει. Τα λιγα δωματια που υπαρχουν θα τα βρειτε Αυγουστο μηνα ακομα και με 30 ευρω το καθενα, αν θελησει καποιος να χαλαρωσει 1-2 μερες εκει. Μια δυο ταβερνες που υπαρχουν στο νησι με τι αλλο φυσικα απο φρεσκο ψαρι κι ενα μικρο μπακαλικακι με τσιγαρα ειναι ολες κι ολες οι ανεσεις αλλα τι να κανεις τα περισσοτερα?
Ξενοδοχουπαλληλος κι εγω κι η συζυγος εχουμε δουλεψει κι εχουμε δει πολλα μερη της Ελλαδας. Μα περα απο τα γνωστα και τα καθιερωμενα και ως οικογενειαρχες πια , μας αρεσει να ψαχνουμε και να τιμουμε και το κατι αλλο. Κι η παραπανω διαδρομη πιστεψτε μας αξιζει την επισκεψη σας.

1/12/07

Η νταλικα

Μια νταλικα καποιο βραδι στο λιμανι ,περιμενε μεσ το κρυο ποτε να ξημερωσει.
Η νυχτα παγωνε τα μεταλλα της και δεν υπηρχε τριγυρω κανεις να την ζεστανει. Ηταν μονη της στο σκοταδι και δεν μπορουσε να ησυχασει γιατι σκεψεις πολλες τη βασανιζαν. Το βαρυ φορτιο της, το καινουργιο ταξιδι, η επικειμενη απεργια, μα ιδιαιτερα ο νεος της οδηγος.
Αραγες συλλογιζοταν, "Τι πετρελαιο θα μου βαζει? Θα ναι καθαρο ή νοθευμενο?Πως θα μου φερεται στο δρομο στις ανηφορες ,στις ευθειες,στις στροφες?Πως θα το πατα το γκαζι? Θα ναι μαζι μου τρυφερος ή θα με κακομεταχειριζεται? Καθε ποτε θα με ξεκουραζει? Σε τι δρομους θα με πηγαινει, σε κακοτραχαλους επαρχιακους ή σε εθνικες?
Κι οταν καποτε θα φτανουμε στον προορισμο μας θα μου λεει και κανενα ευχαριστω? Θα με φροντιζει,θα μου κανει κανενα σερβις ή θα με παραπεταει καπου και μετα θα με ξεχνα μεχρι το επομενο ταξιδι?"
"Καποιοι ανθρωποι ειναι αγνωμονες κι αχαριστοι ".Αυτο το γνωριζε καλα η νταλικα.
"Δεν εκτιμουν .Δε σεβοντε. Δεν αγαπουν ποτε τους. Κι αυτο δεν ειναι ουτε σωστο ουτε δικαιο. Και στο τελος ολο μενει ενα μεγαλο γιατι, που μας πληγωνει. Κι οταν εισαι νεος ,ισως το ξεπερνας με τη φορα των νιατων σου και συνεχιζεις με τον ενθουσιασμο και την ορμη της ηλικιας σου προς τον επομενο στοχο.Οταν ομως μεγαλωσεις, το γεγονος αρχιζει και σε τρωει. Η υποψια πως δε σε εκτιμουν γινεται σαρακι. Το σαρακι βεβαιοτητα κι αυτη απογοητευση κι εκεινη με τη σειρα της θλιψη. Θλιψη βαρια ,που σ οδηγει στην παραιτηση κι αυτη στην μοναξια κι η μοναξια στο θανατο.Το βιολογικο αλλα κυριως τον ψυχικο θανατο.Γιατι το θανατο ,κανεις φυσικα δεν μπορει ν αποφυγει αλλα την αγαπη ,την τιμη και την αξιοπρεπεια ολοι την εχουν αναγκη ως το τελος..."
Η ωρα προχωρουσε.Η υγρασια ειχε αρχισει να την περικυκλωνει σ ολο της το μηκος και το υψος.Κι ηταν μεγαλη η νταλικα αυτη.Το κρυο την πηρουνιαζε σ ολο της το κορμι.
"Ας γινοταν τωρα να ρθει καποιος να με βαλει μπρος εστω για λιγο".
Τετοια ωρα τετοια λογια. Γυρω παντου ερημια.Καπου στο βαθος της παραλιακης μοναχα ενα φορτηγο, μονο κι αυτο εστεκε ακινητο μπρος στον οριζοντα της.
"Και τι δε θα δινα να μπορουσα λιγο λιγο -ετσι ,με το πατημα ενος μαγικου κουμπιου ας πουμε ή με καποιον αισθητηρα τελος παντων -να τσουλαγα κοντα του. Μα κι αυτοι οι ανθρωποι , τοσα και τοσα εχουν εφευρει.Δεν θα μπορουσαν να χουν φτιαξει και τις νταλικες με δυο τρεις τετοιες δυνατοτητες?Αλλα τι περιμενεις?Ολα για τον εαυτο τους δεν τα φτιαχνουνε?Φτιαξανε ποτε τιποτα για τους αλλους? Για το συμφερον τους ολα,για την καλοπεραση τους ολα,για τη δικη τους την ανεση.Για τους αλλους τιποτα,μοναχα απονια κι αδιαφορια.Ποιος να νιωσει τα προβληματα ,και τις αναγκες μιας νταλικας ,και ποσο μαλλον τα συναισθηματα της και τις επιθυμιες της ?Μα δε βαριεσαι.Παντα ετσι ηταν η ζωη για μας ,σκληρη σαν πετρα.Ο θεος μαζι μας ...".
Ειχε πια παγωσει ολοκληρη η νταλικα στο λιμανι.Το κρυο και τ αλατι της ετρωγαν τα σωθικα.Η υγρασια στο μπροστινο της μερος εσταζε πια σταγονα τη σταγονα σα δακρυα πανω στα φαναρια της. Κλαμα σωστο.Ταιριαστο με την κατασταση και τις σκεψεις της μεσα στην παγωνια.Λεπτο το λεπτο η ωρα περνουσε ,αλλα εκεινης της εμοιαζε ατελειωτη η νυχτα.Το ιδιο κι η μοναξια της. Και το φορτηγο μπροστα της τοσο μακρυα.
Ειχε πια τοσο απορροφηθει στο βυθο των σκεψεων της που της φανηκε σαν ψευδαισθηση εκεινο το ιχνος ομιχλης πανω απ το φορτηγο.Ομως δεν ηταν συννεφο,δεν ητανε ομιχλη.Ηταν καπνος .Ηταν αερια απ την εξατμιση του που στεκονταν ορθια προς τον ουρανο. Ταυτοχρονα κι ο ηχος της μηχανης του ακουστηκε. Μα εκεινη ουτε αυτο το πιστεψε γι αληθινο.Κι ομως ηταν καθαρο και σιγουρο πως αυτο ακουστηκε να βρυχαται. Η ησυχια της νυχτας το κανε τοσο ευκολο ν ακουστει ως τη θεση της. Ομως η νταλικα αρνιοταν να το πιστεψει.Μονο οταν αρχισε να το παρατηρει καλυτερα και να τ αφουγκραζεται με ολη της την προσοχη ,τοτε μονο βεβαιωθηκε.
"Ο τυχερακιας. Ειναι φανερο. Καποιος ,προφανως ο οδηγος του ,για καποιο αγνωστο λογο εχει επιστρεψει μεσ τα μαυρα μεσανυχτα κι εχει βαλει μπρος τη μηχανη του κι αυτο σιγουρα με ενθουσιασμο και ανακουφιση δεχτηκε προθυμοτατα τις εντολες του.Με λιγη δυσκολια ειν αληθεια απ το κρυο,μια ,δυο, τρεις η μιζα του υπακουα εδωσε το σημα στο μοτερ να ξεκινησει.Αναψε ακομα και τα φωτα του ....Λιγα λεπτα λειτουργιας , του ειναι αρκετα για να ζωντανεψει. Ο τυχερακιας..."
Μα ξαφνικα ολα σταματησαν ξανα.
"Μπα, γιατι ? Τι γινεται?
Μεσ το κατασκοταδο πως να διακρινει κανεις τι να συμβαινει?
Ο οδηγος πρεπει ξανα να το χει εγκαταλειψει .Τι κριμα !

Αλλα βεβαια θα μου πεις ,απ το καθολου καλο και το λιγο.
Ενω εγω? Εγω συνελαβα τον εαυτο μου να παρακαλαει το θεο να μη φυγει. Ζηλεψα. Ναι ζηλεψα. Δεν ηθελα να μεινω μονη εντελως. Παρακαλουσα να μην φυγει.

Εστω κι απο αποσταση οσο το κοιτω το εχω κανει φιλο μου. Μαλακωνει τη μοναξια μου η παρουσια του, λες κι ειμαστε διπλα διπλα οι δυο μας. Κι ας μην ειμαστε. Μα πως μου φαινεται πως τωρα πια ειμαστε πιο κοντα ο ενας στο αλλον? Κι ομως ναι. Ετσι ειναι.
Η καρδια μου παει να σπασει.Κι οχι μονο αυτο.Μα καθε στιγμη ερχεται και κοντυτερα. Θε μου ,δεν ονειρευομαι. Συμβαινει! Ερχεται! Με πλησιαζει ! "
Στην τοσο ανεπαισθητη κλιση του δρομου ο φιλος αργοκυλουσε ολο και πιο κοντα της.
"Να χει ξεχασει ο οδηγος του το χειροφρενο λυμμενο? Μα τι με μελλει εμενα? Φτανει που μου ρχεται ισα κατα τη μερια μου.
Θα σταματησει ομως μπροστα μου ή μηπως πεσει πανω μου? Μα ουτε κι αυτο με νοιαζει.Τι ναι μια τοσο δα συγκρουσουλα αφου ειναι να γινει μαζι του?
Ζεστο φιλι μεσ το σκοταδι θα ναι ο χτυπος. Κι η νυχτα θα ναι σιγουρα μικρη, τοσα που εχουμε να πουμε. Και το φιλι ευλογια ! "
Ειχε αρχισει ηδη να χαραζει...