Κανει πολύ κρυο σημερα. Διαβολεμενο κρυο. Ο Κ. περπαταει βιαστικος ως συνηθως, παρατηρωντας τις ανασες του στην παγωνια, σαν εκπνοες χρωστουμενων τσιγαρων.
Ωρα οκτω παρα πεντε το πρωι στο μετρο. Πηγαινει στη δουλεια. Κοσμος παει κι ερχεται απ ολες τις κατευθυνσεις. Πλησιαζονται, διασταυρωνονται, προσπερνιουνται . Όλα συμβαινουν σε αποσταση εκατοστων κι όμως κανεις δεν ακουμπα κανεναν. Παραξενο πραγμα. Να ρχονται ολοι τοσο κοντα μεταξυ τους κι όμως χωρις την παραμικρη επαφη εντελως ανεγγιχτοι να απομακρυνονται καθενας προς τον προορισμο του. Και κάθε τεσσερα-πεντε λεπτα το ιδιο, ξανα και ξανα, ολη μερα, κάθε μερα…
Μ'αυτες τις σκεψεις στο μυαλο ο Κ. βγαινει απ το μετρο και αναβει τσιγαρο αν και τον χωριζουν μολις διακοσια μετρα από την εισοδο της εργασιας του. Σηκωνει το γιακα από το μαυρο του παλτο, χωνει τα χερια του πιο βαθεια μεσα στα μανικια και προχωραει.
Ενας ζητιανος ορθιος, καπως καμπουρωτος, του απλωνει το καπελο του για μια ελεημοσυνη.
Τον εχει δει κι άλλες φορες εκει. Παντα στο ιδιο σημειο. Παντα με τον ιδιο τροπο να ζητα το κατιτις του καθε περαστικου. Αμιλητος κι ακουνητος σαν παγωμενος, στα σιγουρα όχι λογω του κρυου κάθε φορα, μα ταυτοχρονα και με μια περιεργη αισθηση αξιοπρεπειας. Σαν να εχει αναγκη τον καθενα που περνα αλλα να τον εχει και γραμμενο ταυτοχρονα. Ένα πραγμα λιγο δυσκολο να εξηγηθει είναι αυτή η αισθηση που τουτος ο ζητιανος αναδυει.
Ο Κ. του αφηνει ένα εικοσαλεπτο που βρισκει τυχαια μεσα στη δεξια του τσεπη και προσπερνα. Χαιρετα τον σεκιουριτα στο φυλακιο και μπαινει στη δουλεια του.
…Πεντε και πεντε το απογευμα.
Ακομη μια βαρδια μολις τελειωσε. Το κρυο όμως εκει. Όχι μονο δεν εχει κοψει αλλα δυναμωσε κι ολας. Ο βοριας που ‘χει σηκωθει τις τελευταιες ωρες το κανει ακομη πιο τσουχτερο. Σιγουρα θα ‘ναι κατω απ το μηδεν, σκεφτεται τωρα ο Κ.
Κουμπωμενος μεχρι τα αφτια καλησπεριζει-καληνυχτιζει το φυλακα και βαδιζει γοργα προς το τρενο.
Από αποσταση βλεπει ξανα τον ζητιανο, ακριβως στην ιδια θεση με τεντωμενο κι ακουνητο το χερι του να βαστα προτεταμενο το καπελο και να περιμενει απ τους λιγοστους πια περαστικους, την οποια βοηθεια.
Δεν είναι δυνατον, σκεφτεται, μεσα σε τετοιο ψοφο να στεκει ακομα εκει. Ωρες ολοκληρες εκει… Σοκαρισμενος στη σκεψη αναρωτιεται αν είναι πραγματι ζωντανος ή μηπως εχει μεινει εκει κοκκαλωμενος απ το κρυο ο ζητιανος. Αλλα ορθιος νεκρος γινεται? σκεφτεται…
Αγνωστο για ποιο λογο, αλλα αυθορμητα ο Κ. πιανει το κινητο του να τον φωτογραφισει.
Σαν να ηταν αναγκη εκεινη την ωρα, να ‘χει ένα πειστηριο της υπαρξης αυτου του ανθρωπου, για όταν αργοτερα θα αποκαλυπτονταν πως οντως ετσι ειχε τραγικα χαθει στην παγωνια ή αν τυχον και αποδεικνυοταν πως αυτος ο ιδιος ο Κ. δεν ειναι πια στα καλα του και βλεπει οραματα στους δρομους.
Το χειμωνιατικο απογευμα εχει προχωρησει κι ο ουρανος είναι τωρα βαρυς και με φως λιγοστο. Επιβραδυνοντας πλεον το βημα του φτιαχνει τις απαραιτητες ρυθμισεις του κινητου για την φωτογραφια. Ενταξει. Σηκωνει το κινητο και προσπαθει να σκοπευσει…. Όμως… Όμως ξαφνικα, ο ζητιανος εχει χαθει ! Το καδρο είναι κενο! Αστραπιαια ενα ριγος διαπερνα τη ραχοκοκκαλια του. Εχει γουστο…, ψιθυριζει. Ο Κ. κατεβαζει αργα αργα το κινητο από το προσωπο του και κοιταζει ξανα να πιστεψει στα ματια του. Είναι αληθεια? Ψαχνει γυρω του. Ευτυχως...δεν είναι… Τον εντοπιζει . Ο ''ηρωας'' του, μολις ειχε ξεκινησει ν ανηφοριζει κατά το λοφακι του παρκου που υψωνοταν στα δεξια τους. Στην κοντινη κορυφη, πανω σ ένα πεζουλακι, καθονταν ο τυφλος φιλος του με το μπαστουνι του ακουμπισμενο στο πλαι και τον περιμενε καθως φαινεται από ωρα. Ενας τριτος, αναπηρος αυτος (ποιος ξερει σε ποια τραγικη ιστορια να το ‘χε χασει το ένα του ποδι), με το αναπηρικο του αμαξιδιο κατηφοριζε τωρα το γρασιδι. Στα επομενα δυο-τρια λεπτα όλοι και όλα ειχαν τακτοποιηθει. Οι δυο ζητιανοι καθονταν και μοιραζονταν ενα μπουκαλι -αλκοολ προφανως- για να ζεσταθουνε, ενώ ο τριτος με το αμαξιδιο του, ειχε παρει τη θεση του προηγουμενου, ετοιμος με το ιδιο καπελο ανα χειρας για την δικη του βαρδια.
Ο Κ. παρακολουθουσε τωρα ανεκφραστος και προσπαθουσε να συνειδητοποιησει τι ειχε συμβει. Ειχε δει χιλιαδες επαιτες στους δρομους. Κάθε μερα στο κεντρο της πολης συναντουσε ολο και πιο πολλους. Ειχε δει γεροντες να ζητιανευουν. Ειχε δει τσιγγανες με τα μωρα στις αγκαλιες. Παιδακια στα φαναρια; Άλλο τιποτα. Ζητιανους μεσα στην εξαθλιωση, στη βρωμα, στη δυστυχια. Φτωχους πραγματικους, κατεστραμενους κι απελπισμενους. Αλλα και αλλους επιτηδιους, απατεωνες και λαμογια. Ζητιανους κάθε τυπου και ειδους ειχε δει, αλλα ζητιανους συνεταιρους πρωτη φορα εβλεπε. Ναι, αυτό ηταν. Τωρα το καταλαβαινε καθαρα.
Το κρυο ηταν πολύ αποψε κι αυτοι δεν αντεχαν μονοι.
Δεν αντεχαν. Ουτε το κρυο, ουτε τη μοναξια τους. Ειχαν συννενοηθει και εκαναν λοιπον τη ‘‘δουλεια τους’’ με βαρδιες. Ηταν καλυτερα ετσι. Μοιραζονταν τα κερδη, το κρυο, το αλκοολ, τη φτωχια, τη μοναξια, τις σκασιλες τους, όλα !
Ο αναπηρος βεβαια, αν κατι συνεβαινε και την κοπαναγαν οι αλλοι, θα ειχε προβλημα. Κι ο τυφλος, αν τον ''εριχναν'' στην μοιρασια θα ειχε προβλημα κι αυτος. Οσο για τον πρωτο; Τι να λεμε. Μ'αυτα που ''πινει'' μερα νυχτα απ'οτι φαινεται, μπορουσαν να τον ριξουν ευκολα κι απλα ανα πασα στιγμη. Ομως, τι στο διαολο... Μεταξυ κυριων...
Μια τιμια συμφωνια για να παραμεινουν ‘‘ζωντανοι’’ ηταν παρ ολα αυτα. Πως να ''χαλαγε'';
Ο Κ. με αργες κινησεις εκανε να βαλει τωρα το κινητο του στην τσεπη.
Ποιο στιγμιοτυπο να αποθανατιζε αλλωστε και γιατι; Ποια ψυχη να μιλαγε μεσα από ποια εικονα; Τι χρειαζοταν να περιγραφει και πως; Και γιατι αυτος; Oχι δε ηταν τετοιος αυτος. Αυτος ηταν αλλιως. Βολεμενος. Ο βολεμενος Κος Κ.
Μπορει να ‘χε απ’ τη μοιρα βρεθει τοσο κοντα τους… Μπορει για καποιο λογο, μονο αυτος να ‘χε σταθει να παρατηρησει μεσα στο χαος της πολης αυτό το ‘‘ασημαντο’’ και ‘‘δυσαρεστο’’ στιγμιοτυπο...Αυτος ομως παρεμενε ξενος. Ξενος ‘‘μ αυτά’’.
Τα ηξερε, τα γνωριζε, τα εβλεπε, τα συναντουσε, σκονταφτε πανω τους καθε τρεις και λιγο, μα παντοτε στο τελος... τα προσπερνουσε.
Ετσι και τωρα ενιωθε, πως αυτό τελικα επρεπε να κανει. Να προσπερασει…
Ο Κ. αναψε τσιγαρο αν και το μετρο ηταν μολις εικοσι μετρα μακρυα του. Σηκωσε το γιακα απο το μαυρο του παλτο, εχωσε τα χερια του πιο βαθεια στα μανικια, χαμηλωσε τα ματια και το κεφαλι και ξεκινησε. Ηταν εξαλλου ηδη αργα και στο σπιτι θα ανησυχουσαν.
8 σχόλια:
Καλησπέρα φίλε (διάβασα αρκετά γραπτά σου πριν πω τη λέξη "φίλε", και τη νεννοώ)
Σαν πληρεξούσιος δικηγόρος του διαβόλου που είμαι, ξύνομαι να σού πω ότι αυτοί οι άνθρωποι το πιό πιθανό να είναι ακριβώς αυτό που είπες: συνέταιροι, επαγγελματίες ζητιάνοι. Αυτό δεν κάνει την ευαισθησία σου λιγότερο πολύτιμη, κάνει όμως αυτούς πολύ λιγότερο συμπαθητικούς.
Έχω σκεφτεί αρκετά σχετικά με τους "αξιοπαθούντες" και τους "αναξιοπαθούντες", και τελικά νομίζω πως ενώ για τους αναξιοπαθούντες είμαι σωστό και πρέπον να συμπάσχεις και να βοηθάς τα μέγιστα, για τους αναξιοπαθούντες είναι ξόδεμα.
καλό σου βράδυ, δες αν θέλεις αυτήν την παραπομπή, - και συγνώμη αν έγινα αντιπαθητικός ή ενοχλητικός, αλλά τί νόημα έχει αν συμφωνούμε μόνο;
Σ;ο))))
ούπς... "για τους αξιοπαθούντες", είναι το ξόδεμα, φυσικά.
Σ;ο)
Καλημέρα φίλε, πολύ ωραία η περιγραφή σου.
Για τους ζητιάνους πάντα είχα ανάμεικτα συναισθήματα. Πολλές φορές τους λυπάμαι που για οποιονδήποτε λόγο έφτασαν σε αυτό το σημείο, δέσμιοι του ποτού ή της αρρώστιας τους να αναγκάζονται να τριγυρνάνε στους δρόμους πέφτοντας χαμηλά στα πόδια των άλλων. Άλλες φορές εκνευρίζομαι γιατί αισθάνομαι ότι κρύβουν μια συνομοσία εναντίον της δικής μου καλοσύνης και εργατικότητας.
Φιλε γατε καλημερα.
Ειδα το σχολιο σου οπως και την παραπομπη σου και θα θελα να σου πω τα εξης.
Δεν ειναι θεμα για μενα αν συμφωνουμε η οχι. Τη διαφωνια, με ανθρωπους σαν εσενα, μονο ως πηγη ζωογονα και οαση στη ερημο μπορω να τη δω.
Αυτο που με απασχολησε στο θεμα ειναι οχι η πιθανοτητα να ειναι αυτοι οι ανθρωποι επαγγελματιες ζητιανοι γιατι αυτο θα μου ηταν τοσο τραγικα αδιαφορο αφου εχουμε μαθει πια να ζουμε με τις παθογενειες μιας κοινωνιας κι ενος κρατους χτισμενου στα καπιταλιστικα ιδεωδη και στους νομους της ζουγκλας.
Με απασχολησε ομως η πιθανοτητα, αυτοι οι συγκεκριμενοι ανθρωποι της ιστοριας μας να μην ηταν τετοιοι "επαγγελματιες"...
Φανταζεσαι ως πραγματικοτητα το δραμα της απελπισιας τους, της μοναξιας τους, της μαχης τους?
Τους λογους που τους εφτασαν σε σημειο να μην ειναι ικανοι να διαχειριστουν,μονος του ο καθενας, ουτε καν τη ζητιανια μιας μπουκιας ψωμιου η μμιας σταγονας αλκοολ για το κρυο αλλα να πρεπει να συμβιβαστουν ακομα και στην πιθανοτητα να γινουν ευκολα θυματα ακομα κι απο ανθρωπους ιδιους και χειροτερους (σε μοιρα εννοω) κι απ αυτους τους ιδιους...?
Με απασχολησε επισης η σκεψη του "συνεταιρισμου" με την εννοια, ως που μπορει να φτασει ο ανθρωπος να μαχεται προκειμενου να μην υποκυψει στην οποια μοιρα.
Εκει που λες, δεν υπαρχει ελπιδα, παει τελειωσαν ολα, αυτος εκει σηκωνει αναστημα,βρισκει τον τροπο να αγωνιστει και να τα καταφερει...
Τελος με απασχολησε το χαμηλωμα των ματιων και του κεφαλιου του κου Κ. αναλογιζομενος προφανως τις δικες του ευθυνες κι ενοχες,που ως μερος αυτης της συνχρονης κοινωνιας εμαθε να βρισκει ευκολα τη δυναμη να προσπερνα τετοια "δυσαρεστα περιστατικα", αφου οι παντοφλιτσες στην εξωπορτα του σπιτιου του αλλα κι ο ζεστος μουσακας που τον περιμενει εκει , ειναι σταθερες της ζωης του που δεν μπορουν θυσιαστουν για κανενα "περιστατικο"...
Τα σεβη μου.
Φιλε Newton
Πολλοι ανθρωποι για να μην πω (υπεραισιοδοξα ισως) οι περισσοτεροι εχουν το ιδιο ερωτημα με σενα. Η συχνοτητα και το μεγεθος του φαινομενου ειναι τοσο τραγικα μεγαλη που ειναι λογικο ολοι οι υπολοιποι να τελουν υπο συγχιση και αμφιβολιες μπροστα σε τετοια ζητηματα.Απο κει κι επιτα νομιζω ειναι θεμα ενος εκαστου απο μας το πως στεκεσαι απεναντι σε τετοιες καταστασεις. Ξερω ανθρωπους που απο πεποιθηση συμπονουν και παντα βοηθουν τετοιους ανθρωπους (με τα ψιχουλα τους ειναι αληθεια) αλλα παντως το κανουν εστω κι αν πιστευουν πως οι πιθανοτητες να γελαστουν (ως προς την γνησιοτητα του προβληματος) ειναι μεγαλες. Αλλωστε εμεις οι Ελληνε δεν φτιαξαμε το ρητο "κανε το καλο και ριχτω στο γυαλο" ?
Τις καλημερες μου.
Συνέταιροι στη φτώχεια. Ναι, θα γίνει κι αυτό, αν δεν έχει ήδη συμβεί. Δεν έχω ενδοιασμούς για να αφήσω ένα κέρμα σε ανθρώπου που μου το ζητάνε. Γιατί, ένας στους δέκα πιθανόν να έχει πράγματι ανάγκη. Αν μπορούσαμε να τον αναγνωρίζαμε, καλώς....
Κάποτε στο λεωφορείο που έπαιρνα γνώρισα ένα ζευγάρι όπου ο σύζυγος είχε πάθει εγκεφαλικό πολύ νέος και τον βοηθούσε η γυναίκα του να περπατήσει, μιλούσε κι εξηγούσε τι ήθελε να πει γιατί εκείνος δεν μπορούσε να μιλήσει καθαρά πια κλπ.. Μια φορά μου είχε πει η γυναίκα του,"ξέρεις έχουμε μόνο ο ένας τον άλλον, ούτε περιουσία ούτε τίποτα, αν είχα πάθει εγώ κάτι και τον άφηνα μόνο του, θα κατέληγε σε κάποιο παγκάκι να ζητάει ελεημοσύνη. Δεν είχαμε φανταστεί ότι τόσο νωρίς και τόσο ΑΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΤΑ, μπορεί να μας βρει μια τέτοια καταστροφή.... τώρα ευτυχώς δουλεύω εγώ και για τους δυο όσο κρατάω..."
Τη καλησπέρα μου, πολύ όμορφο το κείμενο σου..
Αγαπητη vasiliskos καλησπερα κι ευυχαριστω για τον καλο σου λογο.
Περνωντας σημερα απ το φουρνο της γειτονιας για ψωμι ρωτησα τη φουρναρισα.
"Κυρα Κουλα, σου ερχονται καθολου να σου ζητησουν ψωμι χωρις να πληρωσουν?"
Ζητιανοι εννοεις, με ρωταει. Ναι, της λεω, ξερεις αποροι που δεν εχουν να φανε... Ουουου μου απαντα.
Βρε συ Κουλα, της λεω, αν μαζι με το ψωμι της ημερας σου πληρωνω και μια φρατζολα εξτρα θα τους το δινεις επιπλεον? "Ρε τακουλη (ετσι με αποκαλει) λες να μην τους δινω...
Οτι μπορω κι ολο οσο δεν πουλαω στο τελος της ημερας που το δινουμε νομιζεις... Γι αυτο σου λεω, δεν χρειαζεται...
Αλλα,πως σου'ρθε τωρα αυτο?"
Ε, μωρε (της λεω), τους βλεπω εξω στους δρομους ειδικα τετοιες μερες με τετοιο ψοφοκρυο και τους λυπαται η ψυχη μου...
Τελικα απο γειτονες εμαθα οτι υπαρχουν αρκετοι ακομα ανθρωποι που βοηθανε οσο και οπως μπορουν τετοιες περιπτωσεις αλλα θα μου πεις φτανει αυτο? Φυσικα και οχι, απλως σκεφτομαι οτι υπαρχουν ακομη αρκετοι Ανθρωποι γυρω μας κι αυτο ειναι οπως και να χει κατι αισιοδοξο, κατι που μας λεει πως δεν εχουν ολα χαθει. Να, αυτο μοναχα, τιποτα παραπανω...
Δημοσίευση σχολίου