Φετος το Πασχα δεν ηταν τιποτα το εξαιρετικο για μενα. Δεν θα χω να θυμαμαι και πολλα απ αυτο. Ομως το μεγαλο Σαββατο αμεσως μετα το Χριστος Ανεστη επιστρεφοντας στο σπιτι για την μαγειριτσα και τα μεζεδακια που χε ετοιμασει η μανα, τον ειδαμε. Καθοταν στο παρκακι πανω σ ενα παγκακι κουλουριασμενος και τυλιγμενος με μια βρωμικη παμπαλαιη κουβερτα και σκεπασμενος με κατι χαρτοκουτα, παλια χαρτοκιβωτια καποιου σουπερμαρκετ.
Καθε τοσο εκανε να βολευτει λιγο καλυτερα. Στριφογυριζε μια σταλα και ξανα. Μια απο δω μια απο κει. Περιεγο που δε μπορουσε αποψε να βρει μια σταση που να τον βολευει αν σκεφτεις πως εκει ηταν το κρεββατι του τα τελευταια χρονια και λογικα θα πρεπε να γνωριζε με μιας πως να βολευεται πανω στις δυο σανιδες και την τσιμεντενια πλατη.
Ρωσος ειναι μου ειπε ο πατερας, μην κοιτας. Επι χρονια στην ιδια κατασταση μερα νυχτα στουπι. Χειμωνα καλοκαιρι σ αυτο το παγκακι τη βγαζει. Ειτε βρεχει ειτε χιονιζει αυτος εκει. Δεν ενοχλειται. Καμμια φορα του δινουμε κανενα διευρω να παρει κατι τις να βαλει στο στομα του αλλα αυτος τρεχει απευθειας κι αγοραζει το πιο φτηνο κρασι που θα βρει. Ηταν κι αλλοι δυο τρεις πιο παλια μαζι του. Πανε αυτοι ομως πεθαναν. Εμεινε μονος του πια. Κι οπου να ναι...
Ο κοσμος επεστρεφε απ την εκκλησια περνωντας ακριβως απο μπροστα του. Κανεις ομως δεν εδειξε την παραμικρη σημασια. Τον προσπερνουσαν σαν αορατο. Λες και δεν υπηρχε κανεις απολυτως εκει, εκει μπροστα στα ματια τους. Η μαγειριτσα περιμενε ζεστη και τα παϊδάκια τσιτσιριζαν στα τηγανια των σπιτιων. Φυγαμε κι εμεις κι ανεβηκαμε σπιτι. Η μανα αρχισε να σερβιρει. Ο πατερας μου αρχισε να καθαριζει καναδυο κοκκινα αυγα. Ασ'τα αυγα εσυ του λεει η μανα μου. Δεν κανει να τρως αυγα. Την ξερεις τη χοληστερινη που θα φτασει. Εκεινος της ειπε: βαλε μια μεριδα σ ενα ταπερ. Τι? τον ρωτα. Λεω βαλε μια μεριδα μαγειριτσα σ ενα ταπερ, ειναι για τον Ρωσο στο παγκακι. Εβαλε αμεσως μια μεριδα μπολικη αχνιστη και εβαλε κι ενα κουταλι και χαρτοπετσετες και ψωμι και τ αυγα και καμποσα κουλουρια. Ο πατερας μου τα κατεβασε του Ρωσου και σε πεντε λεπτα ηταν πισω. Τι σου ειπε? τον ρωτησα. Σηκωθηκε να φαει και μας εστειλε τις ευχες του μ απαντησε κι επειτα κατσαμε κι εμεις να φαμε. Χριστος Ανεστη ελεγαν στην τηλεοραση κι εγω σκεφτομουνα σαν ημουνα μικρος που μου λεγε η γιαγια μου "Αυτος ο αστεγος μπορει και να 'ναι ο Χριστος..." Α ρε γιαγια...
Καθε τοσο εκανε να βολευτει λιγο καλυτερα. Στριφογυριζε μια σταλα και ξανα. Μια απο δω μια απο κει. Περιεγο που δε μπορουσε αποψε να βρει μια σταση που να τον βολευει αν σκεφτεις πως εκει ηταν το κρεββατι του τα τελευταια χρονια και λογικα θα πρεπε να γνωριζε με μιας πως να βολευεται πανω στις δυο σανιδες και την τσιμεντενια πλατη.
Ρωσος ειναι μου ειπε ο πατερας, μην κοιτας. Επι χρονια στην ιδια κατασταση μερα νυχτα στουπι. Χειμωνα καλοκαιρι σ αυτο το παγκακι τη βγαζει. Ειτε βρεχει ειτε χιονιζει αυτος εκει. Δεν ενοχλειται. Καμμια φορα του δινουμε κανενα διευρω να παρει κατι τις να βαλει στο στομα του αλλα αυτος τρεχει απευθειας κι αγοραζει το πιο φτηνο κρασι που θα βρει. Ηταν κι αλλοι δυο τρεις πιο παλια μαζι του. Πανε αυτοι ομως πεθαναν. Εμεινε μονος του πια. Κι οπου να ναι...
Ο κοσμος επεστρεφε απ την εκκλησια περνωντας ακριβως απο μπροστα του. Κανεις ομως δεν εδειξε την παραμικρη σημασια. Τον προσπερνουσαν σαν αορατο. Λες και δεν υπηρχε κανεις απολυτως εκει, εκει μπροστα στα ματια τους. Η μαγειριτσα περιμενε ζεστη και τα παϊδάκια τσιτσιριζαν στα τηγανια των σπιτιων. Φυγαμε κι εμεις κι ανεβηκαμε σπιτι. Η μανα αρχισε να σερβιρει. Ο πατερας μου αρχισε να καθαριζει καναδυο κοκκινα αυγα. Ασ'τα αυγα εσυ του λεει η μανα μου. Δεν κανει να τρως αυγα. Την ξερεις τη χοληστερινη που θα φτασει. Εκεινος της ειπε: βαλε μια μεριδα σ ενα ταπερ. Τι? τον ρωτα. Λεω βαλε μια μεριδα μαγειριτσα σ ενα ταπερ, ειναι για τον Ρωσο στο παγκακι. Εβαλε αμεσως μια μεριδα μπολικη αχνιστη και εβαλε κι ενα κουταλι και χαρτοπετσετες και ψωμι και τ αυγα και καμποσα κουλουρια. Ο πατερας μου τα κατεβασε του Ρωσου και σε πεντε λεπτα ηταν πισω. Τι σου ειπε? τον ρωτησα. Σηκωθηκε να φαει και μας εστειλε τις ευχες του μ απαντησε κι επειτα κατσαμε κι εμεις να φαμε. Χριστος Ανεστη ελεγαν στην τηλεοραση κι εγω σκεφτομουνα σαν ημουνα μικρος που μου λεγε η γιαγια μου "Αυτος ο αστεγος μπορει και να 'ναι ο Χριστος..." Α ρε γιαγια...
Αυτο θυμαμαι πιο πολυ απο το φετινο το Πασχα.
2 σχόλια:
αν κάθε μέρα κάποιος έδινε ένα τάπερ φί στον άστεγο, τότε ίσως ο Χριστός θα ήταν πάντα συντροφιά μας.
τι να πω...
έτσι είναι...
Δημοσίευση σχολίου