7/1/08

Αντισταση στην ανοδο της ασημαντοτητας !

Η σημερινη κοινωνια ειναι μια κοινωνία απάθειας, όχι μόνο στο στενά πολιτικό πεδίο, αλλά σε όλες τις σφαίρες της κοινωνική ζωής.
Η σύγχρονη κοινωνία προέρχεται από έναν επαναστατικό κλονισμό σχεδόν δίχως προηγούμενο στην ανθρώπινη ιστορία, σε ό,τι αφορά στην έκταση και το εύρος του.
Η κατάσταση κρίσης της δυτικής κοινωνίας του πρώτου μισού του 20ού αιώνα ήταν μια περίοδος όπου τέθηκαν υπό αμφισβήτηση όχι μόνο οι καπιταλιστικοί θεσμοί, αλλά και θεσμοί που υπάρχουν από απομνημονεύτων ετών (όπως για παράδειγμα η πατριαρχική ιδεολογία).

Μέσα στη γενική αποσύνθεση που επικρατεί, η αδυναμία της κοινωνίας να δημιουργήσει καινούργιους θεσμούς και σημασίες φέρνει στην επιφάνεια ένα κενό που πρέπει με κάποιον τρόπο να καλυφθεί. Δεν είναι περίεργο που μέσα σ’ αυτό το κενό μπορούν και επιβιώνουν απόψεις κριτικές και επαναστατικές. Αυτό που έχει σημασία όμως είναι αφενός το ότι αυτές αποτελούν κατάλοιπα παλαιότερων κοινωνικών θεσμίσεων και ότι αφετέρου –και ως συνέπεια του προηγούμενου- είναι αποκομμένες από την κοινωνία και περιθωριακές.
Μέσα σ’ αυτά τα πλαίσια, ακόμη και κατακτήσεις του παρελθόντος, τόσο στο ιδεολογικό, όσο και στο πολιτικό –ή ακόμη και συνταγματικό/νομικό επίπεδο- που συνεχίζουν ακόμη να υφίστανται, δεν εκφράζουν το ζωντανό φαντασιακό της κοινωνίας, αλλά είναι βυθισμένες στην ανυποληψία και στην αδιαφορία.
Αυτό που μάλιστα δείχνει να έχει χαθεί είναι αυτή η συνοχή της κοινωνικής θέσμισης η οποία καθιστούσε παλιότερα δυνατή την αλληλεξάρτηση μεταξύ της κοινωνίας και των διάφορων κινημάτων (επαναστατικών, καλλιτεχνικών κ.λπ.) που αναδύονταν μέσα απ’ αυτήν.
Σήμερα
οι επαναστατικές αξίες είναι περιορισμένες σε προσπάθειες εντελώς αποκομμένες από την κοινωνία, μπερδεμένες πολύ συχνά με τις διάφορες υποκουλτούρες και το lifestyle και κυριαρχημένες, στο μεγαλύτερο μέρος τους, από χρεοκοπημένες ιδεολογίες. Και όταν δε συμβαίνει αυτό, οι εκπρόσωποί τους είναι, στο μεγαλύτερο μέρος των περιπτώσεων, άνθρωποι που ανήκουν είτε σε παλαιότερες γενιές είτε σε γενιές που σιγά σιγά αποσύρονται απ’ τη σκηνή.
Μεχρι τωρα
δεν υπάρχει κάποια εστω υπόγεια τάση προς την αμφισβήτηση του συστήματος.
Μπορεί να εμφανιστεί αύριο, μπορεί και σε δέκα χρόνια: σήμερα πάντως κάτι τέτοιο δεν υφίσταται.
Αυτό που βλέπουμε είναι ότι οι άνθρωποι (στις δυτικές κοινωνίες) έχουν βολευτεί με την παρούσα μορφή του συστήματος και δεν κάνουν την παραμικρή κίνηση για το ξεπέρασμά του. Αυτό μάλλον εξηγεί και την εμμονή του πλήθους των μερικών κινημάτων που υπάρχουν στις μέρες μας να μη θέτουν ποτέ το ζήτημα της συνολικής αλλαγής της κοινωνίας. Απ’ ό,τι φαίνεται, τα επαναστατικά κατάλοιπα περασμένων δεκαετιών τείνουν περισσότερο να αναμειχθούν με το lifestyle και τη διασκέδαση, παρά να εμπνεύσουν νέους αγώνες και προσπάθειες.
Η «απαισιοδοξία» αυτης της ανάλυσης στηρίζεται, σε πολύ μεγάλο βαθμό, στο γεγονός πως βιώνουμε την άνοδο της ασημαντότητας όπως αυτή εκδηλώνεται όχι σε μια καθεαυτό δυτική χώρα, αλλά στην Ελλάδα.

Εδώ στην Ελλάδα η κατάσταση είναι σίγουρα χειρότερη, καθώς η ιστορική πορεία της κοινωνίας είναι εντελώς διαφορετική απ’ αυτή των δυτικών ομολόγων της. Εδώ δεν υπήρξε ούτε Αναγέννηση ούτε Διαφωτισμός ούτε Γαλλική Επανάσταση: πήγαμε κατευθείαν απ’ το ύστερο Βυζάντιο στον μεταμοντερνισμό. Αυτό σημαίνει ότι απουσιάζει ένας πολύ σημαντικός παράγων, ανασχετικός της ασημαντότητας: η απελευθερωτική κληρονομιά της δυτικοευρωπαϊκής δημιουργίας. Αυτή η κληρονομιά, έστω και ως κατάλοιπο του παρελθόντος, παίζει πολύ σημαντικό ρόλο και μπορούμε να πούμε ότι έχει επιτρέψει στις δυτικές κοινωνίες να μην γίνουν –ακόμα τουλάχιστον- κοινωνίες ρεφλεξανθρώπων .
Αντίθετα,
στις χώρες οι οποίες δυτικοποιήθηκαν από τα πάνω, συνήθως κατά τον 19ο αιώνα, αυτή η κληρονομιά δεν υπάρχει. Έτσι η αποσύνθεση του σύγχρονου δυτικού πολιτισμού κατάφερε να διαβρώσει πολύ πιο γρήγορα τις παραδοσιακές μορφές ετερονομίας, επιτρέποντας στο κενό και στην ασυναρτησία να κυριαρχήσουν. Όπως το έλεγε ο Καστοριάδης , μιλώντας για την νεοελληνική κουλτούρα, «ένας τόπος που δεν είχε αλλάξει για αιώνες, έγινε σμπαράλια μέσα σε λίγα χρόνια». Αυτό ειναι που έχουμε να αντιμετωπίσουμε σήμερα ιδιαιτερα στη χωρα μας , ως η σύγχρονη και ιστορικώς καινούργια, μορφή βαρβαρότητας .την άνοδο της ασημαντότητας.
Ομως τίποτε δεν έχει ακομα κριθεί, αφού οι δύο τάσεις, το κίνημα προς τον σοσιαλισμό και την ελευθερία και η τάση του καπιταλισμού προς τη γραφειοκρατικοποίηση των πάντων, βρίσκονται διαρκώς σε ανταγωνισμό. Δεν υπάρχει πεπρωμένο της κοινωνίας.

Η διάζευξη «αυτονομία ή βαρβαρότητα»
δεν υποννοεί την ύπαρξη κάποιων υποτιθέμεων ιστορικών πεπρωμένων ή κάποιων νομοτελειακών τάσεων τις παγκόσμιας ιστορίας που συγκρούονται μεταξύ τους, χρησιμοποιώντας τον άνθρωπο για λογαριασμό τους.
Πρόκειται αντίθετα για δύο κοινωνικοϊστορικές δημιουργίες, την τάση προς την αυτονομία και την τάση προς την υποταγή του ανθρώπου και της φύσης στην «ορθολογική» κυριαρχία του τεχνικοοικονομικού στοιχείου. Δεδομένης της αντιφατικότητας αυτων των τασεων, οι δυτικές κοινωνίες, ειδικότερα από την επικράτηση του καπιταλισμού κι έπειτα, κυριαρχούνται από την ένταση που δημιουργείται μέσα απ’ αυτην την αντιφατικότητα της τάσης προς την αυτονομία και της τάσης προς τη βαρβαρότητα.
Αυτή η ένταση, για τους λόγους που αναφέραμε παραπάνω, δεν παίρνει τη μορφή ανοιχτού ανταγωνισμού ή σύγκρουσης, όπως συνέβαινε παλιότερα.
Η πάλη
των ανθρώπων ενάντια στο σύνολο των πτυχών του συστήματος, στις μέρες μας έχει εξαρθρωθεί σε ουσιαστικό βαθμό (αν δεν έχει πλήρως και ολοκληρωτικά εξαφανιστεί).
Η παθητικόποίηση των ανθρώπων και η εγκατάλειψή τους στη χειραγώγηση και στον κυνισμό εξαφανίζει σχεδόν απόλυτα το δυναμικό στοιχείο αυτης της διάζευξης.
Η γραφειοκρατικοποίηση της κοινωνίας στην οποία οδηγεί ο καπιταλισμός δεν συνιστά ομως μόνο έκφραση της διάζευξης μεταξύ σοσιαλισμού και βαρβαρότητας, «αλλά θέτει και το ζήτημα της ίδιας της επιβίωσης αυτής της διάζευξης».

Η σημερινή κοινωνική κατάσταση διαφέρει από άλλες περιόδους κοινωνικής παρακμής που έχουμε συναντήσει στην ιστορία για τον εξής λόγο: η σημερινή κοινωνία είναι ίσως η πρώτη στην ιστορία όπου στο σύνολο σχεδόν του πλανήτη κυριαρχεί ένας μόνο πολιτισμός.
Σήμερα, αν εξαιρέσουμε τον αποσυντιθέμενο δυτικό πολιτισμό, ο οποίος κυριαρχεί στο μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη, οι υπόλοιποι πολιτισμοί που συνεχίζουν να επιβιώνουν δε δείχνουν να έχουν τη δυνατότητα και το απαραίτητο σφρίγος για να τον αντικαταστήσουν ή για να του δώσουν νέα ώθηση. Αυτό σημαίνει ότι σήμερα είναι ακόμη πιο δύσκολο να εμφανιστεί μια νέα κοινωνική θέσμιση, τόσο συνεκτική ώστε να δώσει νόημα στη ζωή τόσων ανθρώπων.
Αυτό που συνήθως συνέβαινε ως τώρα στην ιστορία ήταν ότι ένας πολιτισμός αποσαθρωνόταν, κατέρρεε και αντικαθίστατο από κάποιον καινούργιο, φορέας του οποίου ήταν κάποιος νέος λαός που ερχόταν τότε στο προσκήνιο πχ ο ελληνορωμαϊκός κόσμος καταρρέει, αλλά παράλληλα κάνουν την εμφάνισή τους νέες κοινωνικοϊστορικές δυνάμεις όπως ο χριστιανισμός και οι γερμανικοί λαοί, οι οποίοι και καταλύουν στρατιωτικά την Αυτοκρατορία.
Στις μέρες μας
όμως το φαινόμενο της παρακμής και της αποσάθρωσης δεν είναι πια τοπικό, αλλά σχεδόν παγκόσμιο, πράγμα που εντείνεται ακόμα περισσότερο απ’ το γεγονός πως ο υπό αποσύνθεση δυτικός πολιτισμός (δηλ. ο όλο και πιο αποχαλινωμένος καπιταλισμός), όταν καταφέρνει να διαπεράσει τις παραδοσιακές κοινωνίες, δεν τους μεταγγίζει αξίες ικανές να προκαλέσουν ένα δημιουργικό άνοιγμα, αλλά τις χειρότερες πλευρές του καπιταλιστικού φαντασιακού. Υπάρχει δηλαδή κάτι σαν εξαγωγή του κενού:
Η Δύση δεν εξάγει πια απελευθερωτικές ιδέες, αλλά τσάντες Λουί Βιτόν, τηλεοράσεις, όπλα και την καπιταλιστική ιδεολογία. Πράγμα λογικό, αν αναλογιστεί κανείς τι συμβαίνει στο εσωτερικό των δυτικών κοινωνιών. Απέναντι σ’ αυτά, οι παραδοσιακές κοινωνίες που δεν είχαν μέχρι τώρα επηρεαστεί ουσιαστικά απ’ το δυτικό φαντασιακό, κλείνονται όλο και περισσότερο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το Ισλάμ ή ο ιδνουισμός στην Ινδία.

Εκτός αυτού, όμως, στις μέρες μας παρατηρείται και άλλο ένα φαινόμενο, πολύ μεγάλης σημασίας: έχουμε την εξαφάνιση αξιών οι οποίες υπήρχαν σε κάθε μέχρι τώρα κοινωνία, είτε αυτή ήταν ετερόνομη, είτε θεοκρατική είτε διερρηγμένης ετερονομίας.
Αξίες όπως η υπευθυνότητα ή η σοβαρότητα είναι απαραίτητες σε κάθε κοινωνία και θα μπορούσαμε να πούμε ότι συγκαταλέγονται στη λειτουργική της πτυχή, καθώς έχουν να κάνουν με τη διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας και της «αποδοτικότητας» των θεσμών –όποιοι κι αν είναι αυτοί- και με τη συνολική επιβίωση της θέσμισης.
Ο καπιταλισμός όμως και η άνοδος της ασημαντότητας που επέφερε έχουν καταφέρει να τις καταστρέψουν.
Πώς θα μπορέσει να επιβιώσει μια κοινωνία δίχως αυτές; Πώς θα μπορέσει να επιβιώσει μια κοινωνία όπου κυριαρχούν ολοένα και περισσότερο ο απόλυτος κυνισμός, η διαφθορά, η ανευθυνότητα και ο παλιμπαιδισμός; Όπως προκύπτει απ’ όλα αυτά, η σημερινή φάση «αποθέσμισης» είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι μέχρι τώρα είχαμε στην ιστορία το ξέφτισμα και την παρακμή διάφορων πολιτισμών.
Ο καπιταλισμός όμως δεν οδηγεί απλώς στην παρακμή, αλλά στην άνοδο της ασημαντότητας, στην καταστροφή των σημασιών και στο κενό νοήματος. Έχουμε μια εντελώς ιδιαίτερη, ιστορικά, μορφή αποσύνθεσης που θέτει τα δικά της, πρωτόγνωρα προβλήματα. Ωστόσο δε φαίνεται να την παίρνει και πολύς κόσμος στα σοβαρά αυτή τη διαπίστωση.

Όταν λέμε ότι η άνοδος της ασημαντότητας και το καθεστώς που δημιουργείται απ’ αυτήν συνιστά τη σύγχρονη μορφή της βαρβαρότητας, εννοούμε ότι η τάση προς τη βαρβαρότητα που ενυπάρχει στη σύγχρονη κοινωνία δείχνει να μην έχει αντίπαλο να αντιμετωπίσει:
Οσο οι άνθρωποι βυθίζονται όλο και περισσότερο στην απάθεια, η ασημαντότητα γίνεται καθεστώς, σταθεροποιείται όλο και περισσότερο.

Αν δεν εμφανιστεί ένα καινούργιο επαναστατικό κίνημα, κάτι που θα ξεπερνά κατά πολύ τις περιθωριακές, μερικές και σπασμωδικές κινήσεις αντίστασης που επιβιώνουν ακόμη χάρις στα υπολείμματα των παραδοσιακών επαναστατικών αξιών, οι τάσεις της βαρβαρότητας και της ασημαντότητας θα εξαντλήσουν ό,τι έχει απομείνει απ’ αυτή την ευρωπαϊκή κληρονομιά και συνεχίζει ν’ αντιστέκεται στη μαζική ύπνωση και τότε η βαρβαρότητα θα γίνει πράγματι καθεστώς.
Ακόμη και τότε όμως, δεδομένου ότι ο άνθρωπος είναι ον φαντασιακό και δεδομένου ότι η ιστορία είναι δημιουργία και όχι μια προκαθορισμένη διαδικασία, τίποτε δε θα είναι οριστικό.
Εξάλλου, δεν πρέπει να ξεχνάμε και το εξής. Η σύγχρονη κοινωνία, στην κατάσταση που βρίσκεται, θέτει τρόπον τινά αντικειμενικά το ζήτημα του ξεπεράσματός της.

Αργά ή γρήγορα, αν δεν αλλάξει κάτι, οι σύγχρονες κοινωνίες θα προσκρούσουν στα περιβαλλοντικά και ανθρωπολογικά τους όρια:
Αν δεν καταστραφεί πρώτα ο πλανήτης, θα καταστραφεί σίγουρα το ανθρώπινο ον.
Αν δεν εμφανιστεί ένα νέο ρεύμα κοινωνικοϊστορικής δημιουργίας, η σύγχρονη κοινωνία δε θα μπορέσει να συνεχίσει να υπάρχει για πολύ ακόμα.
Διότι, αν ο καπιταλισμός επιβίωσε μέχρι σήμερα, το πέτυχε αυτό χάρις στην ανάμειξή του με στοιχεία εντελώς αντιθετικά προς αυτόν (υπευθυνότητα και εντιμότητα των δημόσιων υπαλλήλων και των κρατικών λειτουργών, κατακτήσεις του εργατικού κινήματος κ.λπ.). Αυτά όμως τα στοιχεία, έχουν αρχίσει σιγά σιγά να εξαφανίζονται.
Τι θα γίνει, όταν εξαλειφθούν πλήρως; Τι θα γίνει, όταν εξαντληθούν τα αποθέματα αντίστασης και η άνοδος της ασημαντότητας επικρατήσει ολοκληρωτικά; Τι θα γίνει αν αυτή η «αντικειμενική» πορεία της διάλυσης δεν ανατραπεί από ένα καινούργιο επαναστατικό κίνημα;

Οφείλουμε να θέσουμε στον εαυτό μας αυτά τα ερωτήματα και να μην κρυβόμαστε πίσω απ’ το δάχτυλό μας. Και μόνο, κατά συνέπεια, που θέτει κανείς αυτά τα ερωτήματα, σημαίνει ότι αναγνωρίζει την κρισιμότητα της κατάστασης και ότι προσπαθεί να διασώσει την επαναστατική προοπτική, τη μόνη δυνατότητα που θα μπορούσε να αποτρέψει την πραγματοποίηση αυτών των δυσοίωνων εικασιών.
Το ότι αυτή η διαδικασία αποσάθρωσης δεν κυοφορεί αναγκαστικά, όπως θα νόμιζε ένας μαρξιστής, τα σπέρματα του καινούργιου, δε σημαίνει, από την άλλη πλευρά, ότι αυτά τα σπέρματα εξορισμού δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξουν. Μέχρι τώρα δεν τα έχουμε δει να εμφανίζονται. Τίποτε όμως δε μας λέει ότι δε μπορούν να αναδυθούν αύριο ή σε δέκα χρόνια (όπως, βέβαια, τίποτε δε μας διασφαλίζει ότι μπορεί και να μην εμφανιστούν ποτέ).
Ο χώρος για την ανάδυση του καινούργιου βρίσκεται εξορισμού ελεύθερος.
Αρκεί, βέβαια, οι άνθρωποι να αφήσουν την τηλεόραση και τα πάρτι και να ασχοληθούν με τις δημόσιες υποθέσεις.Το κενό νοήματος δείχνει αυτό ακριβώς: οι άνθρωποι, έστω κι αν δεν το παραδέχονται, αδυνατούν πλέον να βρουν νόημα και ψυχική ικανοποίηση μέσα στο σύγχρονο καθεστώς. Πράγμα που σημαίνει ότι αυτή η κατάσταση θέτει εκ των πραγμάτων το ζήτημα της αλλαγής της.

Πολλοι λενε ότι θα χρειαζεται ένα νέο “μίνιμουμ” πρόγραμμα –για την υπεράσπιση των συμφερόντων των σκλάβων της ολοκληρωτικής γραφειοκρατικής κοινωνίας».
Στην πραγματικότητα, τέτοιου είδους «μίνιμουμ», «αμυντικά» και «υπερασπιστικά» προγράμματα αποτελούν το περιεχόμενο της δράσης του μεγαλύτερου μέρους των επαναστατικών ομάδων που δραστηριοποιούνται σήμερα:
Αλλοι αφιερώνονται στην προστασία διάφορων κατηγοριών «ευπαθών ομάδων».
Αλλοι επιλέγουν να εξαντλήσουν τη δράση τους ασχολούμενοι μόνο με κάποιο μερικό ζήτημα (μεταλλαγμένα, μετανάστες, «κινήσεις κατοίκων» κ.λπ.) και άλλοι αγωνιστές συμμετέχουν μόνο σε ΜΚΟ.
Αυτού του είδους η δράση είναι που ενεργεί σαν να έχει εξαφανιστεί απ’ τον ορίζοντα κάθε δυνατότητα συνολικής και, ως εκ τούτου, επαναστατικής δράσης. Σαν το μόνο που θα μπορούσαμε να κάνουμε να ήταν κινήσεις άμυνας για να περιορίσουμε το κακό.
Ομως αντίθετα, ακριβώς επειδή δεν πρεπει να ασπαζόμαστε καμία τέτοια μοιρολατρική ιδέα, πρεπει να προσπαθούμε, όσο μπορούμε, να επεκτείνουμε την κριτική μας στο σύνολο των πτυχών του συστήματος ούτως ώστε να θέτουμε το επαναστατικό πρόβλημα στην ολότητά του.
Σε καμία περίπτωση δεν πρεπει να υποτιμούμε τη σημασία κινήσεων που έχουν στόχους απλώς «αμυντικούς» αλλα μια επαναστατική κοινωνια πρέπει κυριαρχα να θέτει το ζήτημα του συνολικού μετασχηματισμού της κοινωνίας.
Αν αναγνωρίζουμε ότι στη σύγχρονη κοινωνία αντιτιπαρατίθενται, από τη μία μεριά, η άνοδος της ασημαντότητας και, από την άλλη, οι ιστορικές κατακτήσεις της δυτικής παράδοσης που είναι ακόμα σε ισχύ, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να υπερασπιζόμαστε με νύχια και με δόντια αυτές τις κατακτήσεις.
Οι ιστορικές κατακτήσεις του δυτικού παρελθόντος είναι ακόμα σε μεγάλο βαθμό ενεργές και είναι αυτές ακριβώς που μας προστατεύουν από την πλήρη επικράτηση της ασημαντότητας και της βαρβαρότητας (μπορούμε ακόμα να μιλάμε ελεύθερα –ασχέτως αν δε μας ακούει κανείς-, τα καθεστώτα είναι φιλελεύθερα και όχι θεοκρατικά ή ολοκληρωτικά, οι γυναίκες δεν είναι όπως είναι στο Ισλάμ κ.λπ.).
Ωστόσο, μέσα στη γενικευμένη αδιαφορία και τον κυνισμό που επικρατούν, αυτές οι κατακτήσεις βρίσκονται σε ιδιαίτερα δύσκολη θέση. Όσο περνά ο καιρός παίρουν ολοένα και περισσότερο τη μορφή νεκρών σχημάτων, που δεν έχουν καμία επιροή στην κοινωνική ζωή.
Η αποεπένδυσή τους από την κοινωνία, μοιραία, αν δεν υπάρξει κάποια πολιτική αφύπνιση, θα οδηγήσει στην ολοκληρωτική τους αχρήστευση.
Γι’ αυτό το λόγο η προστασία τους συνιστά βασικό κομμάτι της επαναστατικής πάλης σήμερα.
Ομως δεδομένης της απάθειας που επικρατεί σήμερα, η μόνη πραγματική διασφάλιση της επιβίωσης των κατακτήσεων του δυτικού παρελθόντος είναι η πολιτική ενεργοποίηση της κοινωνίας. Μια τέτοια ενεργοποίηση , αν ποτέ συμβεί, θα είναι πολύ ευρύτερη και θα θέσει ζητημάτα που δεν μπορούν με κανέναν τρόπο να περιοριστούν απλώς σε μια καλύτερη τήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Οσο δε μιλάμε για όλα αυτά, αφηνόμαστε ήσυχοι στις αυταπάτες μας.



Προς συζητηση απο "αυτονομια ή βαρβαροτητα"

Δεν υπάρχουν σχόλια: